Σε ανοιχτό μέτωπο μεταξύ τραπεζών και κυβέρνησης εξελίσσεται ο νέος πτωχευτικός κώδικας, καθώς οι πρώτες φοβούνται ότι υπάρχουν παράθυρα για να επαναληφθούν φαινόμενα τύπου νόμου Κατσέλη, η δε κυβέρνηση προσπαθεί να αμβλύνει τις επιπτώσεις που θα έχει σε ευάλωτους δανειολήπτες η πλήρης άρση προστασίας της πρώτης κατοικίας.
Η διαπραγμάτευση μεταξύ των δύο πλευρών για την οριστικοποίηση του νέου πτωχευτικού νόμου, με στόχο να ψηφιστεί εντός του Ιουλίου, διεξάγεται υπό το βλέμμα των θεσμών, οι οποίοι θεωρούν την άρση προστασίας της πρώτης κατοικίας, την κατάργηση του νόμου Κατσέλη και τον νέο πτωχευτικό κώδικα καθοριστικά στοιχεία για τις σχέσεις της χώρας με τους Ευρωπαίους πιστωτές. Τα επίμαχα σημεία είναι:
• Ο χρόνος για την πλήρη απαλλαγή ενός φυσικού προσώπου από τα χρέη που τον βαρύνουν μετά την πτώχευση. Η κυβέρνηση προτείνει απαλλαγή από τα χρέη ένα χρόνο μετά την κήρυξη της πτώχευσης με δικαστική απόφαση. Αντίθετα, οι τράπεζες προτείνουν η πλήρης απαλλαγή να επέλθει μετά την πάροδο τριετίας και στο μεσοδιάστημα ο οφειλέτης να υποχρεώνεται σε καταβολές ανάλογα με την οικονομική του δυνατότητα.
• Η δυνατότητα ενός φυσικού προσώπου να ρυθμίσει τα χρέη του εξωδικαστικά μέσω ειδικής πλατφόρμας που θα δημιουργηθεί. Το σχέδιο του νέου πτωχευτικού κώδικα δίνει αυτή τη δυνατότητα τόσο για τα φυσικά όσο και για τα νομικά πρόσωπα, αλλά η πρόβλεψη αυτή βρίσκει αντίθετες τις τράπεζες, που θεωρούν ότι μπορεί να λειτουργήσει καταχρηστικά από στρατηγικούς κακοπληρωτές προκειμένου να κερδίζουν χρόνο πριν από την πτώχευση. Σύμφωνα με την άποψη που διατυπώνουν οι τράπεζες, τα φυσικά πρόσωπα θα πρέπει να επιδιώκουν τη ρύθμιση των χρεών τους αποκλειστικά και μόνο με την τράπεζα και εφόσον δεν καταλήγουν σε διακανονισμό να οδηγούνται στην πτώχευση, προσφεύγοντας στο δικαστήριο.
• Η αξία της πρώτης κατοικίας που θα προστατεύεται, η οποία με βάση το προσχέδιο του πτωχευτικού είναι έως 200.000 ευρώ εάν πρόκειται για άγαμο οφειλέτη και προσαυξάνεται κατά 40.000 ευρώ όταν ο οφειλέτης είναι έγγαμος και κατά 20.000 ευρώ για κάθε παιδί μέχρι τρία. Οι τράπεζες θεωρούν ότι πρόκειται για «υπερβολικά γενναιόδωρο» όριο και αντιπροτείνουν τις 75.000 ευρώ (πριν από την προσαύξηση με βάση τα προστατευόμενα μέλη), σημειώνοντας ότι σήμερα το 90% των δανείων καλύπτει αξία κατοικίας μικρότερη των 200.000 ευρώ.
• Ο τρόπος βάσει του οποίου ο δημόσιος φορέας που θα δημιουργηθεί, θα αγοράζει την πρώτη κατοικία νοικοκυριών που θεωρούνται ευάλωτα. Το υπουργείο Οικονομικών προτείνει η αγορά του ακινήτου από τον Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης να γίνεται πριν από τον πλειστηριασμό του ακινήτου και έπειτα από σχετική ειδοποίηση της τράπεζας. Αντίθετα, οι τράπεζες προτείνουν το Δημόσιο να αγοράζει το ακίνητο μέσω της διαδικασίας του πλειστηριασμού, θεωρώντας ότι με τον τρόπο αυτό θα αποτραπούν τυχόν καθυστερήσεις από την πλευρά του Δημοσίου και δεν θα διαταραχθεί η διαδικασία των ρευστοποιήσεων.
Σημειώνεται ότι το νομοσχέδιο προβλέπει τη σύσταση δημοσίου φορέα με την επωνυμία Φορέας Απόκτησης και Επαναμίσθωσης, με αρμοδιότητα την αγορά ακινήτων που είναι η πρώτη κατοικία οφειλετών που πτωχεύουν και εφόσον οι οφειλέτες αυτοί πληρούν συγκεκριμένα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, το δικαίωμα αυτό αφορά φυσικά πρόσωπα που έχουν κηρυχθεί σε πτώχευση ή κατά των οποίων επισπεύδεται αναγκαστική εκτέλεση από ενυπόθηκο ή προσημειούχο πιστωτή, και εφόσον κατά τον χρόνο κήρυξης της πτώχευσης, ή μέχρι τη διενέργεια του πλειστηριασμού σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης, το έχει δηλώσει και έχει λάβει σχετική βεβαίωση.
Η μεταβίβαση της πρώτης κατοικίας στον Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης συνοδεύεται με τη δυνατότητα να τη μισθώσει από αυτόν προκειμένου να συνεχίσει να κατοικεί σε αυτήν ως ενοικιαστής με 12ετές συμβόλαιο μίσθωσης, αποκτώντας παράλληλα το δικαίωμα επαναγοράς σε βάθος χρόνου. Με δεδομένο ότι τα κριτήρια που προβλέπονται στον νέο πτωχευτικό κώδικα για να χαρακτηριστεί κάποιος ευάλωτο νοικοκυριό είναι, σύμφωνα με τις τράπεζες, γενναιόδωρα, η εμπλοκή του Δημοσίου στο στάδιο του πλειστηριασμού εκτιμάται ότι θα λειτουργήσει ως δικλίδα ασφαλείας έτσι ώστε να αποφευχθούν καθυστερήσεις από την πλευρά του κράτους, οι οποίες θα υπονόμευαν τη διαδικασία της πτώχευσης.
Το τελικό κείμενο του νέου πτωχευτικού νόμου αποτέλεσε αντικείμενο εξαντλητικών διαπραγματεύσεων καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας μεταξύ υπουργείου Οικονομικών και τραπεζών, προκειμένου να υπάρξει συμφωνία και το νομοσχέδιο να οδηγηθεί εντός του Ιουλίου στη Βουλή.
Πηγή: Kathimerini.gr