Συνηθίζουμε στην Ελλάδα να κινδυνολογούμε όπως ακριβώς υπεραισιοδοξούμε.Το μέτρο λείπει και μια εικονική κανονικότητα εναλάσσεται με την καταστροφολογία στο συλλογικό φαντασιακό. Αφορμή αυτού του κειμένου είναι ένα ακόμη απο τα εύστοχα ημερήσια άρθρα/κείμενα στο www.economia.gr του Α.Παπαγιαννίδη, του πλέον έμπειρου κατά την ταπεινή μου γνώμη στον οικονομικό σχολιασμό(και εξαιρετικός μεταφραστής πολλών σημαντικών ξένων βιβλίων). Αναρωτιέται λοιπόν αν “ξορκίζεται” η Οικονομiα και παραθέτει ένα παράδειγμα με δηλώσεις που αφορούν την πρωτοφανή κρίση (σημ: εξηγεί την ανομοιογένεια των παραδειγμάτων μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας ). Το ζήτημα που θέτει, και απασχολεί και τον γράφοντα, είναι αν και κατα πόσο οι δημόσιες δηλώσεις, σε περίοδο κρίσης και εμφανούς ύφεσης, έχουν τελικά ισχυρή επίδραση στο να ωφελούν ή να βλάπτουν το κλίμα στην οικονομία και την κοινωνία. Μην βιαστείτε για εύκολες απαντήσεις.
Και σήμερα αυτό ακριβώς συμβαίνει: οι θάνατοι αυξάνονται αλλά το ίδιο και το χρηματιστήριο και οι λιανικές πωλήσεις. Φυσικά η ύφεση είναι πρωτοφανής και δεν θα αντιστραφεί παρά τον πακτωλό χρημάτων που εκδόθηκαν. Αλλά ο Τραμπ πέτυχε αυτό που είναι μείζον ζητούμενο στην διαχείριση μιας κρίσης: την γρήγορη προεξόφληση του αρνητικού γεγονότος. Βεβαίως, ξαναλέμε, αυτό δεν σημαίνει ότι έτσι περιορίζεται η ύφεση. Αλλά φαίνεται ότι έτσι προεξοφλείται γρήγορα τόσο στους δείκτες των χρηματιστηρίων όσο και σε αυτούς της επιχειρηματικής και καταναλωτικής εμπιστοσύνης.Να θυμίσω απλά ότι οι περισσότεροι -όχι όλοι- θεσμικοί αμερικανοί αξιωματούχοι απέφευγαν και αποφεύγουν να δώσουν συγκεκριμένες προβλέψεις για το ύψος της ύφεσης και τα λοιπά οικονομικά μεγέθη.
Στον αντίποδα εμείς στην Ευρώπη ανταγωνιζόμαστε στην προφητεία. Κάθε μέρα και μια πρόβλεψη διαφορετική απο θεσμούς, πρόσωπα, ιδιωτικά συμφέροντα. Στα δε πάτρια εδάφη όμως βιαστήκαμε αρκετά. Πριν εκτιμήσουμε το εύρος και την ένταση των οικονομικών εξελίξεων που θα ακολουθούσαν την πανδημία ακούσαμε απο επίσημα χείλη για ύφεση 4-8%(απόκλιση 100%, έτσι για να είμαστε μέσα).Για τον δε τουρισμό οι προβλέψεις έλεγαν κάποια στιγμή για πτώση της τάξεως του 50%.Μετά ακούσαμε για ανάκαμψη στο 2021 ίση με την ύφεση(άγνωστη) που θα σημειωνότανε φέτος. Καθώς παρατεινόταν η καραντίνα και καθηλωνόταν η παραγωγή και η κατανάλωση, καθώς συνειδητοποιούσαμε ότι οι τουρίστες θα έλθουν Ιούλιο και βάλε, άρχισαν οι ακραίες προβλέψεις για διψήφια πτώση στο ΑΕΠ. Βλέποντας και λέγοντας δηλαδή που είναι όμως διαφορετικό απο το βλέποντας και κάνοντας…
Να πούμε κάτι χρήσιμο: στα μαθηματικά της διαχείρισης οικονομικών κρίσεων δεν χωράνε πρόωρες και απλουστευμένες προβλέψεις με αποκλίσεις που δεν τεκμηριώνουν την ισχύ τους. Στην Ελλάδα πρέπει να συνηθίσουμε στην κουλτούρα των ποσοστιαίων αποκλίσεων. Να μάθουμε ότι μια εκτίμηση με ακραία όρια- απλά για να πέσουμε μέσα ότι και αν συμβεί- δεν είναι ούτε σοβαρή ούτε ισχυρή. Και φυσικά να διδαχθούμε απο αυτό που έκανε η Λαγκάρντ: αφού είδε νωρίς ότι η πανδημία καθήλωσε τις οικονομίες έβαλε τον πήχη λίγο πιο πάνω απο με τον μέσο όρο των προβλέψεων μιλώντας για 12% ύφεση σε όλη την ΕΕ. Έμπειρη, και έξυπνη, ξέρει ότι η περιγράφη προς το χειρότερο της πραγματικότητας δεν είναι κινδυνολογία. Κινδυνολογία είναι να αναφέρεσαι σε αυτό που τελικά ξεφεύγει απο τον ανθρώπινο νου και πλησιάζει στο απόλυτο κραχ (βλ. Roubini για 10ετή ύφεση)
Στις ΗΠΑ λοιπόν έχουν γαλουχηθεί εδώ και δεκαετίες- και σε αυτό συμβάλλει οχι μόνο ο παραδοσιακός πολιτικός και ακαδημαικός λόγος αλλά και η ρητορική της κεντρικής τράπεζας-να προβλέπουν τα χειρότερα ώστε αυτά να προεξοφλούνται γρήγορα. Εκλογικεύουν τον κίνδυνο και έτσι επιταχύνουν την πτώση στα μεγέθη και στους δείκτες αφού το αφήγημα είναι συνάρτηση μιας τάσης που σκοπίμως συντηρείται ως δύσκολη και επίμονη. Με αυτό τον τρόπο ο δείκτης Dow Jones έχασε πολύ γρήγορα 10,000 μονάδες, οι αιτήσεις για επιδόματα ανεργίας αυξήθηκαν ραγδαία και σύντομα, το ίδιο γρήγορα καθηλώθηκαν και οι δείκτες σε όλη την οικονομία. Αποτέλεσμα: αφού χωνεύτηκε απο τις αγορές και την κοινωνία ότι θα πεθάνουν ίσως και 200,000 άνθρωποι, άρχισε η σταδιακή άρση των μέτρων αλλά και οι θεατρινισμοί Τραμπ για αισιόδοξο μέλλον( στοιχείο που πιάνει στους αμερικανούς πολίτες), ενώ ρίχτηκε φυσικά γρήγορα πολύ χρήμα στο σύστημα και άρχισε η ανάκαμψη στα χρηματιστήρια(που μέχρι στιγμής σχεδόν έφθασαν στα προ της πανδημίας ιστορικά υψηλά τους).
Γράφω όλα τα παραπάνω οχι ως θιασώτης του αμερικανικού μοντέλου στο storytelling της οικονομίας αλλά για να δείξω ότι το παραδοσιακό πολιτικο-οικονομικό-ακαδημαικό κατεστημένο εκεί δεν αγνοεί την αξία μιας”επικοινωνιακής συνάρτησης”: αυτή της εσκεμμένης ανακοίνωσης ενός λίγο υψηλότερου απο τον μέσο όρο αρνητικού μεγέθους στις προβλέψεις, ωστε η κρίση να προεξοφλείται όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Άλλωστε αυτό μοιάζει φυσιολογικό διότι είναι στο DNA του καπιταλισμού να υπάρχουν απότομες και έντονες κρίσεις που αναδιαρθρώνουν το οικονομικό μοντέλο.
Δεν χρειάζεται εδώ στην Ελλάδα να φθάνουμε στο άλλο άκρο και να κινδυνολογούμε. Απλά να είμαστε προσεκτικοί με τις προβλέψεις διότι το ίδιο κακό που θα κάνει μια ακραία αρνητική προσδοκία μπορεί να κάνει και μια αισιόδοξη πρόβλεψη. Γιατί μια πρόβλεψη είναι αποτέλεσμα μαθηματικοποίησης και ποσοτικοποίησης οικονομικών μεγεθών.Είναι ταυτόχρονα και παραμετροποίηση συμπεριφορών αφού όμως πρώτα έχει διαμορφωθεί ψυχολογικό κλίμα( βλ. μεταξύ άλλων το πρόσφατό βιβλίο του νομπελίστα R. Shiller “Narrative Economics: How Stories Go Viral and Drive Major Economic Events”, Princeton 2019)
H ταπεινή μου γνώμη είναι-ακολουθώντας την θεωρία της Συμπεριφορικής Οικονομικής- οτι αν το αφήγημα στο ξεκίνημα μιας κρίσης ”προσομοιώνει” όσο το δυνατόν καλύτερα την αίσθηση (feeling) της κοινής γνώμης, την αίσθηση της αγοράς δηλαδή, τότε η ψυχολογία προσαρμόζεται γρηγορότερα στα γεγονότα και τα μεγέθη,όσο απότομα και αν πέφτουν, αποκτούν τάσεις εκλογίκευσης στους ρυθμούς μεταβολής. Και επειδή ο απλός κόσμος αντιλαμβάνεται καλύτερα απο όλους τους ειδικούς το τι μέλλει γενέσθαι όταν σταματάει η παραγωγή και το εισόδημα καλό θα είναι οι πολιτικοί μας -και οι ειδικοί που ασκούν σε πρωτοφανείς συνθήκες οικονομική πολιτική- να “συμβουλεύονται” τους απλούς δείκτες της αγοράς( μισθός, τζίροι, δόσεις, επιταγές, κ.α) πριν καταλήξουν να χρησιμοποιούν τα μακροοικονομικά μεγέθη στις δηλώσεις τους.
* Ο Ηλίας Καραβόλιας είναι κάτοχος Master of Arts απο το European Institute of Practical Philosophy and Philosophical Anthropology και είναι Certified στην Οικονομική Ψυχολογία απο το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.