Στα επίπεδα του 2017 θα επιστρέψει η ελληνική οικονομία το 2021

Σε ποσοστό 8,5% τοποθετείται για το 2020, εξαιτίας της αναστολής της οικονομικής δραστηριότητας από το πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου έως τις αρχές Μαΐου, η μείωση του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος (ΑΕΠ), σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας παροχής ελεγκτικών φορολογικών και συμβουλευτικών υπηρεσιών Grant Thornton, που σκιαγραφεί τις επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης στο εγχώριο επιχειρείν και στην οικονομία. Εάν το σενάριο αυτό για την ύφεση γίνει πραγματικότητα, η οικονομία το 2021 εκτιμάται πως θα επιστρέψει στα επίπεδα του 2017, έχοντας απολέσει τον πλούτο που δημιουργήθηκε την τελευταία τριετία.

Αυτό με δεδομένο ότι, σύμφωνα με τη μελέτη της Grant Thornton, το 69% από το σύνολο των επιχειρήσεων της εγχώριας παραγωγής, που αντιπροσώπευε το 2019 εκτιμώμενο κύκλο εργασιών 287 δισ. ευρώ, επλήγη. Απαιτήθηκε δηλαδή είτε να περιληφθεί στους ΚΑΔ για τα μέτρα ενίσχυσης χωρίς να διακόψει τη δραστηριότητά του είτε να αναστείλει τη λειτουργία του. Για το 2020, οι εταιρείες των κλάδων που μελετά η Grant Thornton –αντιστοιχούν σε δείγμα 17.000 οντοτήτων με τζίρο άνω των 200.000 ευρώ καθεμία– προβλέπεται ότι θα βρεθούν αντιμέτωπες με μείωση -12,4% και -39% του κύκλου εργασιών και της λειτουργικής προ τόκων φόρων και αποσβέσεων κερδοφορίας (Ebtda), αντίστοιχα. Η ρευστότητά τους υπολογίζεται ότι θα συρρικνωθεί κατά 5,6 δισ. ευρώ τη φετινή χρονιά.

Τα ευρήματα

Κατά την έρευνα, συνολικά επτά βασικοί κλάδοι της ελληνικής οικονομίας επηρεάστηκαν λόγω της πανδημίας, που περιόρισε την επιχειρηματική δραστηριότητα. Πρόκειται για τη μεταφορά και αποθήκευση, τις υπηρεσίες καταλύματος και εστίασης, που επηρεάστηκαν σε απόλυτο σχεδόν βαθμό λόγω του lockdown, το χονδρικό εμπόριο, τη μεταποίηση, το λιανικό εμπόριο, την ενέργεια και την ενημέρωση – επικοινωνία. Υπάρχει μια «ομάδα» μικρότερων κλάδων με συνολικό κύκλο εργασιών της τάξεως των 10 δισ. ευρώ, όπως, για παράδειγμα, η εκπαίδευση και η ψυχαγωγία, επί της οποίας η συνολική επίδραση λόγω κορωνοϊού τοποθετείται σε ποσοστό της τάξεως των 85%.  Επιχειρήσεις που εμφανίζουν κύκλο εργασιών 32,9 δισ. ευρώ ή 11% επί του συνολικού τζίρου των παραγωγικών κλάδων, απασχολούν περίπου 1,1 εκατ. εργαζομένους και διέκοψαν τη δραστηριότητά τους. Η μερίδα του λέοντος ανήκει σε εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην παροχή υπηρεσιών καταλύματος και εστίασης, εκπαίδευσης και ψυχαγωγία, απασχολώντας συνολικά 845,5 χιλ. εργαζομένους.

Πώς όμως συσχετίζεται η μεταβολή του κύκλου εργασιών με την προστιθέμενη αξία που επιφέρει ένας κλάδος στο ΑΕΠ; Σύμφωνα με την έρευνα της Grant Thornton, όσο αυξάνεται ο τζίρος τόσο αυξάνεται η επίδραση στο ΑΕΠ στην εστίαση, στις θαλάσσιες μεταφορές, στις αερομεταφορές και στα καταλύματα. Οπως εξηγούν οι αναλυτές της συμβουλευτικής εταιρείας, οι υπηρεσίες καταλύματος και εστίασης μολονότι αντιπροσωπεύουν ποσοστό 4%-5% του συνόλου της εγχώριας παραγωγής, καθώς παρουσίασαν εκτιμώμενο κύκλο εργασιών 13 δισ. ευρώ το 2019 σε σύνολο 287 δισ. ευρώ, έχουν ιδιαίτερη πολλαπλασιαστική επίδραση. Αντίθετα, η επίπτωση στο ΑΕΠ είναι χαμηλή στο λιανικό εμπόριο (τρόφιμα – σούπερ μάρκετ), τα φαρμακευτικά είδη και τις τηλεπικοινωνίες.

Σημειώνεται ότι την περίοδο 2015-2019 ο κύκλος εργασιών του συνόλου των ελληνικών επιχειρήσεων αυξήθηκε κατά 7,5% (ή κατά 20,1 δισ. ευρώ), με το 58% του τζίρου να προέρχεται από τους κλάδους του χονδρικού και λιανικού εμπορίου και της μεταποίησης.

 

 

Πηγή: kathimerini.gr

Exit mobile version