Χαμηλώνει τον πήχη των προσδοκιών για την πορεία της οικονομίας την εφετινή χρονιά η Eurobank υπογραμμίζοντας ότι το lockdown που επιβλήθηκε για την ανάσχεση του δεύτερου κύματος της πανδημίας θα έχει αναπόδραστα επιπτώσεις όχι μόνο στο τέταρτο τρίμηνο του 2020 αλλά και στα στοιχεία του πρώτου τριμήνου του νέου έτους.
Η επίδραση, σημειώνουν οι οικονομολόγοι της τράπεζας στην εβδομαδιαία έκδοση «7 Ημέρες Οικονομία», θα έχει τη μορφή στασιμότητας ή σχετικά μικρής κάμψης και όχι μεγάλες ύφεσης σε σχέση με τα προηγούμενα τρίμηνα.
Ωστόσο, σε ετήσια βάση η επίπτωση θα είναι μεγάλη δεδομένου ότι κατά μεγαλύτερο μέρος του πρώτου τριμήνου του 2020 δεν είχαν επιβληθεί περιορισμοί. Το μέγεθος της επίπτωσης το 2021 θα καθοριστεί ασφαλώς από την περαιτέρω διάρκεια των περιορισμών και την εξέλιξη της πανδημίας, με τις πρώτες ενδείξεις να μην είναι ενθαρρυντικές καθώς στο ξεκίνημα της νέας χρονιάς η κυβέρνηση προχώρησε στην αυστηριοποίηση των περιορισμών.
Όπως επισημαίνουν οι οικονομολόγοι της Eurobank η ένταση της διαταραχής του δεύτερου lockdown ήταν σε γενικές γραμμές – και συνεχίζει να είναι μέχρι και σήμερα – πιο ήπια (λιγότερο αυστηρά μέτρα) σε σύγκριση με το πρώτο. Ωστόσο, το δεύτερο lockdown έχει μεγαλύτερη διάρκεια και οι αποφάσεις που λαμβάνονται χαρακτηρίζονται από υψηλότερη μεταβλητότητα.
Σε ότι αφορά τις επιπτώσεις του δεύτερου lockdown στην οικονομία οι οικονομολόγοι της Eurobank υπογραμμίζουν ορισμένες κρίσιμες διάφορες:
- Στο δεύτερο lockdown δεν υπήρξε αιφνιδιασμός ενώ υπάρχει η γνώση και η εμπειρία που σχηματίστηκε από την διαχείριση του πρώτου lockdown αμβλύνοντας έτσι την επίδραση των νέων περιορισμών. Κυβέρνηση, επιχειρήσεις και νοικοκυριά είναι καλύτερα προετοιμασμένοι και προσαρμοσμένοι για να ανταπεξέλθουν αποτελεσματικότερα στις προκλήσεις.
- Χειρότερη θέση για επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Οι επιπτώσεις του πρώτου lockdown οδήγησαν στη δημιουργία υψηλών υποχρεώσεων ενώ η «βύθιση» του τουρισμού, δεδομένης της υψηλής εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας από τα τουριστικά έσοδα, επιδείνωσε ακόμα περισσότερο την οικονομική θέση πολλών επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Η δυσμενέστερη θέση που βρίσκονταν τον περασμένο Νοέμβριο πολλές επιχειρήσεις και νοικοκυριά σε σχέση με τον Μάρτιο του 2020, τα καθιστά πιο ευάλωτα στα νέα περιοριστικά μέτρα.
Όπως επισημαίνει η Eurobank: «Στο πεδίο των προσδοκιών εντοπίζουμε δύο θετικά στοιχεία και ένα αρνητικό ως προς την προβλεπόμενη ένταση των επιπτώσεων του δεύτερου κύματος της πανδημίας σε σύγκριση με το πρώτο. Στα θετικά στοιχεία, κυρίαρχο ρόλο διαδραματίζουν η εφεύρεση των εμβολίων και το ταμείο ανάκαμψης (Next Generation EU).
Την περασμένη Άνοιξη, τόσο στο πεδίο των εμβολίων (και της φαρμακευτικής αγωγής) όσο και σε αυτό της συλλογικής αντίδρασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας, το τοπίο ήταν αρκετά ομιχλώδες. Ναι μεν η αβεβαιότητα παραμένει υψηλή (π.χ. ως προς το χρονοδιάγραμμα τον εμβολιασμών και την επίτευξη ανοσίας στον πληθυσμό), ωστόσο, βάσει των τωρινών δεδομένων, υπάρχει η προοπτική μετάβασης της πανδημίας σε φάση σημαντικής εξομάλυνσης από το τέλος του 1ου εξαμήνου 2021 και έπειτα. Την ίδια περίοδο αναμένονται και οι πρώτες εκταμιεύσεις από το ταμείο ανάκαμψης.
Τέλος, ένας παράγοντας που αποτελεί εστία αβεβαιότητας και δύναται να επηρεάζει αρνητικά τις προσδοκίες των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων είναι η κληρονομιά που αναμένεται να αφήσει η υγειονομική κρίση υπό τη μορφή ανισορροπιών (δημοσιονομικό και εξωτερικό ισοζύγιο) και υψηλών χρεών, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Η προβλεπόμενη εξομάλυνση της πανδημίας θα συνοδευτεί από σταδιακή άρση των υποστηρικτικών μέτρων έτσι ώστε η οικονομία να επιστρέψει εκ νέου σε μονοπάτι δημοσιονομικής σταθερότητας. Η εν λόγω άσκηση δεν θα είναι απλή. Αν η μετάβαση είναι απότομη δημιουργούνται ρίσκα για το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών (ζήτηση) και τη βιωσιμότητα πολλών επιχειρήσεων (προσφορά), ενώ αν είναι πολύ σταδιακή δημιουργούνται ρίσκα στο δημοσιονομικό πεδίο».
Τα οικονομικά στοιχεία
«Στα στοιχεία που έχουν δημοσιευτεί μέχρι σήμερα για την πορεία της οικονομίας το 4ο τρίμηνο 2020 παρατηρούμε τα εξής: o όγκος πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο ανέκαμψε κατά 3,8% MoM (2,8% YoY) τον Οκτώβριο 2020 από -0,2% MoM (-3,3% ΥοΥ) τον προηγούμενο μήνα (βλέπε Σχήμα 1). Ιδιαίτερα καθοριστικές είναι οι επόμενες δύο παρατηρήσεις οι οποίες θα δείξουν το μέγεθος των απωλειών στο λιανικό εμπόριο (σε όρους πωλήσεων) από το δεύτερο lockdown.
Ο δείκτης μεταποιητικής παραγωγής, παρά την επιβολή περιοριστικών μέτρων, ενισχύθηκε σημαντικά κατά 4,7% ΜοΜ (6,8% YoY) τον Νοέμβριο 2020 από -0,6% MoM (-2,5% ΥοΥ) τον Οκτώβριο 2020. Κλάδοι όπως αυτοί του οπτάνθρακα και προϊόντων διύλισης πετρελαίου, των τροφίμων, των μετάλλων, των χημικών, και της παροχής ηλεκτρικού ρεύματος, συνεισέφεραν θετικά στο προαναφερθέν αποτέλεσμα. Στο πεδίο των εξωτερικών συναλλαγών, οι εξαγωγές εμπορευμάτων εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών και των πλοίων ενισχύθηκαν κατά 4,7% YoY τον Νοέμβριο 2020 από πτώση -0,8% YoY τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους.
Οι αντίστοιχες εισαγωγές κινήθηκαν αρνητικά (-1,8% YoY) με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του ελλείμματος του εν λόγω ισοζυγίου. Στο πεδίο των εξαγωγών υπηρεσιών (στοιχεία Οκτωβρίου 2020), η πτώση παρέμεινε μεγάλη σε ετήσια βάση (-42,8% YoY) λόγω της συνιστώσας των τουριστικών εισπράξεων (-64,0% YoY, βλέπε Σχήμα 2). Τέλος, σε επίπεδο τριμήνου (μέσος όρος Οκτ, Νοε, Δεκ 2020), ο δείκτης PMI μεταποίησης κινήθηκε πτωτικά και κάτω του ορίου ανάπτυξης-συρρίκνωσης των 50 μονάδων (από τις 49,3 μονάδες το 2020Q3 στις 46,0 μονάδες το 2020Q4), ενώ ο δείκτης οικονομικού κλίματος παρέμεινε οριακά στάσιμος (από τις 90,3 μονάδες το 2020Q3 στις 90,8 μονάδες το 2020Q4).»
Πάνω από τον στόχο κατά €533 εκατ. τα φορολογικά έσοδα Νοεμβρίου 2020
«Σύμφωνα με τα στοιχεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού (ΚΠ), σε τροποποιημένη ταμειακή βάση, για την περίοδο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2020, το πρωτογενές αποτέλεσμα διαμορφώθηκε σε έλλειμμα ύψους €13.747 εκατ., έναντι στόχου για πρωτογενές έλλειμμα €15.292εκατ. (που έχει περιληφθεί για το αντίστοιχο διάστημα του 2020 στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2021) και πρωτογενούς πλεονάσματος €6.945 εκατ. την αντίστοιχη περίοδο του 2019. Το ισοζύγιο ΚΠ παρουσίασε έλλειμμα ύψους €18.252 εκατ. έναντι στόχου για έλλειμμα €19.837 εκατ. (ήτοι χαμηλότερο έλλειμμα κατά €1.585 εκατ.) και έναντι πλεονάσματος €1.922 εκατ. για το αντίστοιχο διάστημα του 2019.
Αναλυτικότερα, για την περίοδο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2020, τα καθαρά έσοδα ΚΠ διαμορφώθηκαν σε €42.126 εκατ., παρουσιάζοντας αύξηση σε σχέση με τον στόχο των €41.319 εκατ. κατά €806 εκατ. (ή κατά 2%), γεγονός που οφείλεται: α) στα αυξημένα έσοδα από φόρους κατά €515 εκατ. (ή κατά 1,3%), λόγω του ότι η επίπτωση από τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση του δεύτερου κύματος της υγειονομικής κρίσης δεν ήταν τόσο εμπροσθοβαρής όσο είχε εκτιμηθεί και β) στα αυξημένα έσοδα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) κατά €331 εκατ. (ή κατά 7,3%). Πιο συγκεκριμένα τα φορολογικά έσοδα του Νοεμβρίου ανήλθαν σε €3.609 εκατ., αυξημένα κατά €533 εκατ. (ή κατά 17,3%) έναντι του στόχου που έχει περιληφθεί στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2021.
Ωστόσο, εκτιμάται ότι η επίπτωση από τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση του δεύτερου κύματος της πανδημίας θα εμφανιστεί με χρονική υστέρηση, επηρεάζοντας αρνητικά κυρίως τα έσοδα μηνός Δεκεμβρίου και των επόμενων μηνών».
«Από την πλευρά των δαπανών, για την περίοδο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2020, καταγράφηκε συγκράτηση έναντι του στόχου της τάξης των €779 εκατ. (τροποποιημένη ταμειακή βάση, €60.378 εκατ. σε σύγκριση με τον στόχο των €61.157 εκατ.), γεγονός που οφείλεται κατά κύριο λόγο στην υποεκτέλεση του ΠΔΕ κατά €1.012 εκατ. Με αντίρροπο χαρακτήρα κινήθηκε το σκέλος του τακτικού προϋπολογισμού, παρουσιάζοντας αύξηση σε σχέση με τον στόχο κατά €234 εκατ., λόγω της υπερεκτέλεσης κατά €337 εκατ. έναντι των αρχικά προβλεπόμενων κονδυλίων του μέτρου της επιστρεπτέας προκαταβολής (με πληρωμές ύψους €3.905 εκατ. έναντι στόχου ενδεκάμηνου ύψους €3.568 εκατ. ευρώ, εκτός του σκέλους που εκτελείται από το ΠΔΕ)».
businessdaily.gr