Άμυνα συνεχίζει να συστήνει η Goldman Sachs στους επενδυτές για το επόμενο τρίμηνο, όπως επισημαίνει σε σημερινή της έκθεση, με overweight στάση στα μετρητά, ουδέτερη στα εμπορεύματα και underweight στις μετοχές και τα ομόλογα, καθώς αναμένει περαιτέρω αντίθετους ανέμους από την αύξηση των πραγματικών αποδόσεων και την παρατεταμένη αβεβαιότητα γύρω από την ανάπτυξη.
Οι οικονομολόγοι της προβλέπουν ευρωπαϊκή ύφεση το επόμενο έτος, αλλά βλέπουν μόνο 35% πιθανότητα ύφεσης στις ΗΠΑ και πιστεύουν ότι οποιαδήποτε ύφεση θα είναι πιθανότατα ήπια. Ωστόσο, αυτά τα επίπεδα είναι πολύ πάνω από τα “κανονικά” και η οικονομία των ΗΠΑ βρίσκεται κοντά στο τέλος του τρέχοντος οικονομικού κύκλου με βάση ενδείξεις από διάφορα μέτωπα, όπως η ανεργία και τα κενά παραγωγής. Η νέα αυστηροποίηση των οικονομικών συνθηκών διατηρεί επίσης τον κίνδυνο ύφεσης σε υψηλά επίπεδα. Η πιθανότητα ύφεσης που προκύπτει από την αγορά για τους επόμενους 12 μήνες είναι στο 39% επί του παρόντος. Ενώ οι ανησυχίες για την ύφεση υπάρχουν στο μεγαλύτερο μέρος του έτους, μετά το πρόσφατο ράλι ανακούφισης, τα risk assets τιμολογούν μόνο 11% πιθανότητα επικείμενης ύφεσης – αυτό αυξάνει τον κίνδυνο περαιτέρω φόβου ύφεσης το επόμενο έτος.
Χωρίς συμπιεσμένες αποτιμήσεις, για να φτάσουν οι αγορές στα χαμηλά τους, οι επενδυτές πρέπει να δουν μια κορύφωση του πληθωρισμού και των επιτοκίων ή τα χαμηλά στην οικονομική δραστηριότητα. Το μείγμα ανάπτυξης/πληθωρισμού παραμένει δυσμενές – ο πληθωρισμός είναι πιθανό να ομαλοποιηθεί, αλλά η παγκόσμια ανάπτυξη επιβραδύνεται και οι κεντρικές τράπεζες εξακολουθούν να συσφίγγονται, αν και με βραδύτερο ρυθμό.
Οι αποτιμήσεις των risk assets όπως επισημαίνει, είναι πολύ πάνω από τα επίπεδα ύφεσης και η κερδοφορία των εταιρειών αναμένεται να υποχωρήσει το επόμενο έτος. Επίσης, το πρόσφατο ράλι ανακούφισης λόγω της ελπίδας για κορύφωση του πληθωρισμού και της επιθετικότητας της νομισματικής πολιτικής, μείωσε ξανά τα ασφάλιστρα κινδύνου για τα κυκλικά περιουσιακά στοιχεία.
Τα ασφάλιστρα κινδύνου των μετοχών εμφανίζονται χαμηλά, λαμβάνοντας υπόψη τον αυξημένο κίνδυνο ύφεσης και την αβεβαιότητα για το μείγμα ανάπτυξης/πληθωρισμού. Η ασθενής ανάπτυξη και η μεταβλητότητα, σε συνδυασμό με τις σχετικά υψηλές αποτιμήσεις διατηρούν τον κίνδυνο διόρθωσης στις μετοχές σε υψηλό επίπεδο, όπως προειδοποιεί η Goldman. Οι ανησυχίες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα έχουν επίσης αυξηθεί παράλληλα με τους δείκτες πίεσης (stress) της αγοράς.
Έτσι, η αμερικάνικη τράπεζα επιμένει στην underweight στάση για τις μετοχές σε ορίζοντα τριμήνου, ενώ τηρεί ουδέτερη στάση σε ορίζοντα 12μήνου, καθώς η μεταβλητότητα αναμένεται να παραμείνει ισχυρή στις αρχές του επόμενου έτους, ενώ η ανάκαμψη θα ακολουθήσει στο β’ εξάμηνο.
Κατά την άποψή της, δεν έχουν επιτευχθεί ακόμη οι προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση του “πάτου” των μετοχών καθώς αναμένει χαμηλότερες αποτιμήσεις, τον “πάτο” στην αρνητική δυναμική ανάπτυξης και την κορύφωση των επιτοκίων πριν ξεκινήσει μια νέα ανοδική αγορά. Αναμένει ότι οι αγορές θα μεταβούν σε μια φάση “Ελπίδας” κάποια στιγμή το 2023 αλλά από χαμηλότερο επίπεδο.
Η αρχική ανάκαμψη από τα χαμηλά είναι πιθανό να είναι ισχυρή, σύμφωνα με την αρχή των περισσότερων κύκλων, ενώ προβλέπει χαμηλή αύξηση κερδοφορίας σε όλες τις αγορές και σταθερές αποδόσεις στις αμερικανικές μετοχές σε ορίζοντα 12μήνου. Για τις αγορές εκτός των ΗΠΑ, η Goldman βλέπει καλύτερες αποδόσεις, ιδίως για την Ασία εκτός Ιαπωνίας, που θα ενισχυθούν από το άνοιγμα της Κίνας και ως εκ τούτου είναι overweight στην Ασία, ουδέτερη στην Ευρώπη και underweight στις ΗΠΑ για το επόμενο 12μηνο, ενώ για το επόμενο τρίμηνο είναι underweight επίσης στην Ευρώπη λόγω κινδύνων από την ύφεση και την ενεργειακή κρίση.
Η αγορά σταθερού εισοδήματος προσφέρει γενικά ένα πιο ελκυστικό προφίλ κινδύνου/ανταμοιβής για χαρτοφυλάκια πολλαπλών περιουσιακών στοιχείων. Τα ομόλογα θα συσχετιστούν λιγότερο θετικά με τις μετοχές αργότερα το 2023 και θα παρέχουν κάποιο όφελος διαφοροποίησης – αλλά έως ότου οι κεντρικές τράπεζες σταματήσουν τις αυξήσεις επιτοκίων και ο πληθωρισμός ομαλοποιηθεί, τα ομόλογα είναι απίθανο να αποτελέσουν ένα αξιόπιστο “μαξιλάρι” για τους επενδυτές.
Έτσι τηρεί underweight θέσεις στα ομόλογα σε ορίζοντα τριμήνου και ουδέτερη στάση σε ορίζοντα 12μήνου. Αναμένει ότι οι αποδόσεις στα αμερικάνικα και στα γερμανικά 10ετή ομόλογα θα κορυφωθούν στο 4,5% και 2,75% αντίστοιχα το α’ εξάμηνο του 2023, αν και αυτά των ΗΠΑ θα μπορούσαν να τελειώσουν το 2023 χαμηλότερα, στο 4,3%. Έτσι, σε ορίζοντα 12μηνου, προτιμά τους τίτλους των ΗΠΑ έναντι αυτών της Γερμανίας. Όπως επισημαίνει, η τιμολόγηση του πληθωρισμού εμφανίζεται υπερβολικά αισιόδοξη για την εξομάλυνση του πληθωρισμού στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ και αναμένουμε ότι τα επιτόκια spreads δτην ευρωζώνη θα διευρυνθούν το επόμενο έτος.
Παράλληλα, η Goldman είναι ουδέτερη στα εμπορεύματα σε ορίζοντα τριμήνου και underweight στο 12μηνο, καθώς εξακολουθεί να βλέπει ελκυστικές δυνατότητες απόδοσης και συνεχή οφέλη διαφοροποίησης. Πιστεύει ότι βρισκόμαστε σε μια δομική bull market στα εμπορεύματα λόγω πολλών ετών υπο-επενδύσεων. Οι κατανομές σε πραγματικά περιουσιακά στοιχεία είναι πιο ωφέλιμες σε ένα περιβάλλον υψηλότερου πληθωρισμού.
Το ισχυρότερο δολάριο και η επιβράδυνση της ανάπτυξης θα μπορούσαν να επιβαρύνουν τα εμπορεύματα βραχυπρόθεσμα, ωστόσο η κορύφωση του δολαρίου με το άνοιγμα της Κίνας θα υποστηρίξει αυτά τα assets το 2023. Πιστεύει επίσης ότι ο χρυσός είναι όλο και πιο ασύμμετρος με μικρότερη πιθανή πτώση σε περίπτωση αύξησης των πραγματικών αποδόσεων, αλλά με ισχυρά περιθώρια ανόδου σε περίπτωση πτώσης των πραγματικών αποδόσεων.
Τέλος, η αμερικάνικη τράπεζα εκτιμά πως το δολάριο θα κορυφωθεί αργότερα εντός του 2023. Το δολάριο φαίνεται υπερτιμημένο, αλλά η τιμολόγηση της στάσης της Fed φαίνεται πολύ χαμηλή για το 2023. Καθώς ωστόσο η Fed είναι απίθανο να μειώσει τα επιτόκια μέχρι το 2024, η κορύφωση του δολαρίου μπορεί να είναι μερικά τρίμηνα μακριά.
Το νόμισμα θα μπορούσε ωστόσο να κορυφωθεί νωρίτερα εάν υπάρξει μία πειστική παύση της σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής της Fed νωρίτερα, μια βελτίωση της ενεργειακής κατάστασης στην Ευρώπη ή από ένα ταχύτερο άνοιγμα στην Κίνα.
Πηγή: capital.gr