Ο Terry Clune ήταν 8 ετών όταν έστησε την πρώτη του επιχείρηση. Γιος ενός βοσκού στην εξοχή της Ιρλανδίας, έψαχνε έναν τρόπο να αποφύγει τη δουλειά στα λιβάδια. Έτσι, άρχισε να συγκεντρώνει πεταμένα σακιά λιπασμάτων από τις γειτονικές φάρμες. Τα καθάριζε, τα έδενε σε πακέτα των 20 και τα πουλούσε για μια λίρα, κυρίως σε εμπόρους καυσόξυλων.
Σύντομα είχε το πιο καινούργιο ποδήλατο BMW στη γειτονιά και χρήματα για να αγοράζει όσες σοκολάτες Snickers τραβούσε η ψυχή του. Όμως μια μέρα, το success story του τελείωσε, όταν ένας 7χρονος από την άλλη πλευρά του λόφου άρχισε να πουλά καλύτερα σακιά και τον έβγαλε εκτός αγοράς. «Ένας εξυπνότερος τύπος είδε τι έκανα, πίστεψε ότι μπορούσε να το κάνει καλύτερα και το έκανε. Και εγώ ήμουν απασχολημένος να τρώω Snickers για να δω τι ερχόταν», λέει στο Forbes.
Παραδέχεται, βέβαια, ότι πήρε ένα πολύτιμο μάθημα, στο οποίο χρωστά σήμερα, στα 51 του χρόνια, την τεράστια επιτυχία του.
Έκτοτε, ο Clune έκανε καριέρα το να κοιτάζει τι κάνουν οι άλλοι και να προσπαθεί να το κάνει καλύτερα. Ίδρυσε 8 εταιρείες fintech, οι οποίες προσφέρουν λύσεις software για να βοηθήσουν διεθνείς επιχειρήσεις ή πανεπιστήμια να διαχειριστούν τους φόρους τους, την μισθοδοσία και το marketing στο εξωτερικό. Έχει για πελάτες από την Barclays και τη Wells Fargo έως το Harvard University.
Ο Clune διαχειρίζεται αυτές τις επιχειρήσεις μέσω της CluneTech, της εταιρείας holding του, η οποία εδρεύει στην Ιρλανδία. Σύμφωνα με το Forbes, η προσωπική του περιουσία ανέρχεται στα 900 εκατ. δολάρια. Μέσα σε 1-2 χρόνια θα είναι δισεκατομμυριούχος, υπολογίζει το περιοδικό.
Η ιδέα για την πρώτη του «σοβαρή» επιχείρηση, του ήρθε όταν ως δευτεροετής φοιτητής δούλεψε για το καλοκαίρι σε ένα εργοστάσιο στη Γερμανία. Τότε, ήταν συνηθισμένο για τους Ιρλανδούς φοιτητές να δουλεύουν στο εξωτερικό και όσοι πήγαιναν στη Γερμανία μπορούσαν να βγάλουν αρκετά χρήματα.
Η υπεύθυνη του εργοστασίου εντυπωσιάστηκε με την εργατικότητά του και του ζήτησε να φέρει και άλλους συμφοιτητές του το επόμενο καλοκαίρι. Έτσι, ο Clune έστησε μια επιχείρηση, μέσω της οποίας έβρισκε σε Ιρλανδούς φοιτητές δουλειές σε γερμανικά εργοστάσια και ένα μέρος να μείνουν. Την εποχή εκείνη είχε ράστα και φορούσε μπότες Doc Martin, αλλά έβαζε κοστούμι για να παίρνει συνεντεύξεις από συμφοιτητές του, οι οποίοι τον πλήρωναν 200 λίρες ο καθένας. Εκείνο το καλοκαίρι, 120 φοιτητές τον συνόδευσαν στη Γερμανία.
Από την επιστροφή φόρου που πήραν οι φοιτητές αυτοί πριν επιστρέψουν στην Ιρλανδία, ο Clune άντλησε την ιδέα για την επόμενη επιχείρησή του. Έτσι, ίδρυσε την Taxback, η οποία βοηθά χιλιάδες Ιρλανδούς που δουλεύουν στο εξωτερικό να πάρουν πίσω τους φόρους που πλήρωσαν στις χώρες αυτές.
Το επόμενο βήμα του ήταν η TransferMate, μια εταιρεία που διευκολύνει τις διασυνοριακές πληρωμές και ακολούθησε η Immedis το 2016, η οποία βοηθά τις εταιρείες που έχουν εργαζόμενους σε διάφορες χώρες να διαχειριστούν τη διασυνοριακή μισθοδοσία τους.
Η Immedis είναι και η μοναδική εταιρεία την οποία έχει πουλήσει, καθώς τον Ιούνιο έκλεισε συμφωνία ύψους 600 εκατ. δολαρίων για τη μεταβίβασή της στην αμερικανική πολυεθνική UKG.
Οι 7 εταιρείες που διατηρεί υπό την CluneTech λειτουργούν αυτόνομα, αλλά πουλάνε η μία στην άλλη και μοιράζονται χώρους γραφείων. Απασχολούν συνολικά 1.300 άτομα.