Μεταξύ 264 και 270 δισ. ευρώ υπολογίζει στην εξαετία 2025-2030, το κόστος της ενεργειακής μετάβασης το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το κλίμαπου κατατέθηκε την προηγούμενη βδομάδα στην Κομισιόν.
Το νέο ΕΣΕΚ, αποτιμά σε 44 με 45 δισ. ευρώ ετησίως τις επενδύσεις για τους τελικούς καταναλωτές (νοικοκυριά, κτίρια, γεωργία, βιομηχανία και μεταφορές) αλλά και για την εξυπηρέτηση ενεργειακών υπηρεσιών, όπως είναι η θέρμανση, η ψύξη, οι βιομηχανικές διεργασίες και το μεταφορικό έργο.
Πρόκειται για δαπάνες που αντιστοιχούν στο 21,7% του ΑΕΠ της χώρας. Για την επίτευξη των στόχων του εθνικού σχεδίου οι καθαρές επενδύσεις προβλέπεται να φτάσουν τα 145,7 δισ. στην εξαετία δηλαδή περίπου 29,1 δισ. το χρόνο.
Την ίδια στιγμή, το ΕΣΕΚ αφήνει ανοικτό σφράγισμα της λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαΐδας 5 της ΔΕΗ νωρίτερα από το 2028 καθώς επίσης και την απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων του Αγίου Δημητρίου (Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και IV) στο τέλος του 2023. Ωστόσο ο νέος σχεδιασμός δεν υπολογίζει το σχέδιο για το διπλασιασμό της ηλεκτροπαραγωγής από λιγνίτη που ελήφθη για λόγους ενεργειακής ασφάλειας πριν από ενάμιση χρόνο. Να σημειωθεί ότι οι δύο μονάδες του Αγίου Δημητρίου είναι κρίσιμες για τη ΔΕΗ καθώς αξιοποιούνται για την τηλεθέρμανση της Δυτικής Μακεδονίας.
Σε ό,τι αφορά την νεόδμητη μονάδα της Πτολεμαΐδας 5, το νέο ΕΣΕΚ αναφέρει ότι μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2028 θα σταματήσει η εκμετάλλευση του λιγνίτη, τονίζεται πάντως ότι ο σχεδιασμός αυτός δεν είναι οριστικός και ενδεχομένως να διαφοροποιηθεί.
Πιο ψηλά μπαίνει ο πήχης για τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο, η ισχύς των οποίων προβλέπεται να αυξηθεί στα 7,7 GW το 2030 έναντι 6,9 GW που προέβλεπε το προηγούμενο σχέδιο. Ωστόσο περιορίζεται η ηλεκτροπαραγωγή από αέριο στις 11,7 τεραβατώρες από 19 που προβλεπόταν στο ΕΣΕΚ του 2019. Στο πλαίσιο αυτό και για την διασφάλιση της λειτουργίας των απαραίτητων παραγωγικών πόρων το ΕΣΕΚ αναφέρεται ότι για την λειτουργία των μονάδων αυτών ενδεχομένως να απαιτηθεί η υιοθέτηση των κατάλληλων μηχανισμών στήριξης.
Η πράσινη ενέργεια
Στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που αποτελούν το κύριο όπλο για την ενεργειακή μετάβαση, το ΕΣΕΚ προβλέπει αύξηση κατά 44% στην τελική κατανάλωση ενέργειας (από 35% στο ισχύον ΕΣΕΚ του 2019), 79% στην ηλεκτροπαραγωγή (από 61%) και περίπου 95 % από το 2035 και μετά.
Η διείσδυση των ΑΠΕ στους τομείς θέρμανσης – ψύξης θα ανέλθει στο 46% (από 43%) και 29% στις μεταφορές (από 19%)
Η εγκατεστημένη ισχύς των χερσαίων αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων προβλέπεται να αυξηθεί κατά 12 GW έως το 2030 (από 11,5 GW στα τέλη του 2023 σε 23,5 GW το 2030).
Αυτό συνεπάγεται την αύξηση του στόχου κατά 8 GW σε σύγκριση με το στόχο που είχε τεθεί στο υφιστάμενο ΕΣΕΚ και ανερχόταν σε 15,5 GW. Από τα 23,5 GW ΑΠΕ, τα 9,5 GW θα είναι αιολικά πάρκα (εκ των οποίων 1,9 GW υπεράκτια αιολικά), τα 13,4 GW φωτοβολταϊκά και τα 0,6 GW άλλες ΑΠΕ.
Λειτουργική ενίσχυση
Για την επίτευξη των στόχων διείσδυσης των ΑΠΕ θα πρέπει, όπως αναφέρει το υπό αναθεώρηση ΕΣΕΚ, να τηρηθεί το σχήμα λειτουργικής ενίσχυσης για σταθμούς ΑΠΕ έως το τέλος του 2025 που έχει εγκριθεί από την Κομισιόν και προβλέπει την ενίσχυση μέσω διαγωνισμών της εγκατάστασης.
Στην κατηγορία αυτά εντάσσονται τουλάχιστον 3.250 MW χερσαίων αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων, 200 MW χερσαίων αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων με αποθήκευση (συσσωρευτές) και 500 MW χερσαίων αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων στις περιοχές με κορεσμένα δίκτυα της Κρήτης, των Κυκλάδων και της Ευβοιας.