Παρότι η πλειονότητα των βιομηχανικών ΜμE αναγνωρίζει τη χρησιμότητα δράσεων κατά της κλιματικής αλλαγής και έχει γνώση των σχετικών πρωτοβουλιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αρκετές δεν έχουν υλοποιήσει ακόμη σχέδια για τη μετάβαση σε μια πράσινη οικονομία, όπως είναι οι στρατηγικές για τη μείωση του περιβαλλοντικού τους αποτυπώματος.
Ειδικότερα, σύμφωνα με έρευνα της διεύθυνσης οικονομικής ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας, ενώ σχεδόν το 91% των επιχειρήσεων αναγνωρίζει τα οφέλη της πράσινης μετάβασης, οι δράσεις που υλοποιούν τώρα υπολείπονται των αναγνωρισμένων αναγκών, καθώς μόλις 56% των βιομηχανικών ΜμΕ έχει προβεί σε σχετικές ενέργειες, οι οποίες κυρίως αφορούν στρατηγικές μείωσης του περιβαλλοντικού τους αποτυπώματος. Οπως αναφέρει η έρευνα στην οποία συμμετείχε ένα δείγμα 200 βιομηχανικών ΜμΕ, λόγω αυτού, το 35% των επιχειρήσεων εμφανίζεται εκτεθειμένο σε κινδύνους πράσινης μετάβασης, ποσοστό ωστόσο που θα περιοριστεί στο 7% σε περίπτωση που υλοποιηθούν οι προγραμματισμένες δράσεις την επόμενη τριετία. Ετσι, εκτιμάται πως το 84% αναμένεται να λάβει δράση μέσα στην επόμενη τριετία, με ένα μικρό ποσοστό της τάξης του 9% να παραμένει αδιάφορο. Οι ενέργειες που σχεδιάζονται στον τομέα της πράσινης μετάβασης είναι η χρήση πράσινης ενέργειας μέσω αναζήτησης εναλλακτικών παρόχων ή έκδοση πράσινου πιστοποιητικού, ενώ τα επόμενα χρόνια αναμένεται να ενισχυθούν και οι ενέργειες μείωσης περιβαλλοντικού αποτυπώματος.
Η έρευνα σημειώνει πως ως βασικά κίνητρα για την υλοποίηση δράσεων που στοχεύουν στην πράσινη μετάβαση, το 25% των βιομηχανικών ΜμΕ δηλώνει λόγους περιβαλλοντικής ευαισθησίας, ενώ το 66% αναγνωρίζει ουσιαστική ανάγκη με κυρίαρχες τη συμμόρφωση με κανονισμούς και ενεργειακές εξελίξεις, τη στροφή των καταναλωτών σε προϊόντα φιλικά προς το περιβάλλον (43% των επιχειρήσεων) ενώ το 1/ 3 των επιχειρήσεων αποσκοπεί σε ευκολότερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση. Πιο προετοιμασμένες εμφανίζονται ωστόσο οι βιομηχανικές ΜμΕ όσον αφορά την κάλυψή τους από φυσικές καταστροφές. Βάσει της έρευνας, το 64% των επιχειρήσεων έχει προχωρήσει σε κάποιας μορφής ασφάλιση έναντι των εν λόγω κινδύνων, αφήνοντας ένα ποσοστό της τάξης του 17% του τομέα ακάλυπτο (ενώ αναγνωρίζει σχετική ανάγκη). Καθώς οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής εντείνονται συνεχώς, οι βιομηχανικές ΜμΕ προγραμματίζουν περαιτέρω σχετικές δράσεις για την επόμενη τριετία, οι οποίες σε περίπτωση που υλοποιηθούν θα μειώσουν αυτό το κενό σε 11% (ενώ ένα ποσοστό της τάξης του 1/5 του τομέα δηλώνει πως δεν αναγνωρίζει ανάγκη για αντίστοιχες δράσεις).
Σύμφωνα με την έρευνα, καθοριστικός παράγοντας για την κάλυψη των παραπάνω κενών και την ανάληψη δράσεων είναι η χρηματοδότηση. Τα επόμενα χρόνια οι επιχειρήσεις αναμένεται να ενισχυθούν από πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, επιδοτήσεις προγραμμάτων του ΕΣΠΑ και του επενδυτικού νόμου, αλλά και μεταρρυθμίσεις όπως η αναθεώρηση θεσμικού πλαισίου αδειοδότησης ΑΠΕ, που μεταξύ άλλων παρέχει τη δυνατότητα σύναψης διμερών συμβολαίων κατανάλωσης πράσινης ενέργειας αλλά και του net metering (του συμψηφισμού ιδιοπαραγόμενης και καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας). Βάσει της έρευνας της ΕΤΕ, οι άνω ενισχύσεις έχουν κινητοποιήσει το 68% των βιομηχανικών ΜμΕ στον προγραμματισμό πράσινων επενδύσεων, με το 1/2 αυτών να σχεδιάζει σημαντικές επενδύσεις, όπως κατασκευή νέων πράσινων εγκαταστάσεων και το υπόλοιπο 1/2 να σχεδιάζει ηπιότερες πράσινες παρεμβάσεις, όπως ενεργειακή αναβάθμιση (πρόγραμμα «εξοικονομώ») και οικολογική διαχείριση αποβλήτων.
Πηγή: kathimerini.gr