O διευθύνων σύμβουλος του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) Ηλίας Ξηρουχάκης μιλάει στο «business stories» για την αποεπένδυση του Ταμείου από τις τράπεζες που πρόκειται να ξεκινήσει στα τέλη Σεπτεμβρίου. Δηλώνει ότι το ΤΧΣ θα επιδιώξει να εκμεταλλευτεί τη θετική οικονομική συγκυρία για τη χώρα αλλά και τον ούριο άνεμο που πνέει την τρέχουσα χρονική περίοδο -παρά τις οφειλόμενες στην Κίνα πρόσφατες ελαφρές αναταράξεις- στις διεθνείς κεφαλαιαγορές. Αναφέρεται στην προετοιμασία που έχει γίνει, όπως και στα εναλλακτικά σενάρια δράσης που έχουν διαμορφωθεί για κάθε τράπεζα στην οποία το ΤΧΣ διατηρεί συμμετοχή. Αποκαλύπτει επίσης ότι το Ταμείο έχει γίνει αποδέκτης ισχυρού ενδιαφέροντος από διεθνή επενδυτικά κεφάλαια για τις ελληνικές τράπεζες.
– Γίνεται πολλή συζήτηση τελευταία για τον ρόλο που θα παίξει η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας στην ανάπτυξη της οικονομίας και στον τραπεζικό κλάδο. Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχει η αντίληψη ότι η ανάκτηση επενδυτικής βαθμίδας δεν συμβαδίζει με την ύπαρξη και λειτουργία φορέων σταθεροποίησης όπως το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Είναι έτσι; Συμμερίζεστε αυτή την αντίληψη;
Το Ταμείο διαχρονικά, από ιδρύσεώς του το 2010, έχει αποτελέσει ισχυρό πυλώνα σταθερότητας για τον χρηματοοικονομικό κλάδο και εν γένει την εθνική οικονομία. Η αξιοσημείωτη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας -και κατά συνέπεια της βιωσιμότητας- και κεφαλαιακής ανθεκτικότητας των συστημικών τραπεζών της χώρας οφείλεται χωρίς αμφιβολία -εκτός από τις προσπάθειες των εργαζομένων και των διοικήσεών τους- και στη σημαντική, πολυεπίπεδη στήριξη που τους παρασχέθηκε από το ΤΧΣ. Κατά συνέπεια, η αναμενόμενη αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας που όλα δείχνουν ότι θα έρθει πολύ σύντομα, θα οφείλεται όχι μόνο στις εντυπωσιακές επιδόσεις και την ισχυρή αναπτυξιακή προοπτική της οικονομίας των τελευταίων ετών, αλλά και στην ολική επιστροφή των τραπεζών, η οποία χτίστηκε πάνω στη σταθερότητα που το ΤΧΣ εξασφάλισε τα τελευταία, δύσκολα από κάθε άποψη, 13 χρόνια.
– Η αγορά περιμένει ότι οι διαδικασίες θα κινηθούν με μεγάλη ταχύτητα. Είναι μια δικαιολογημένη προσδοκία;
Με την πρόσφατη τροποποίηση του ιδρυτικού νόμου του Ταμείου προσδιορίζεται με σαφήνεια πως έχει ήδη μπει στο στάδιο που προβλέπει την αποτελεσματική διάθεση των μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων που κατέχει σε πιστωτικά ιδρύματα με τρόπο απολύτως διαφανή. Κατά συνέπεια, το Ταμείο θα επιδιώξει να εκμεταλλευτεί τη θετική οικονομική συγκυρία για τη χώρα, αλλά και τον ούριο άνεμο που πνέει κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο -παρά τις οφειλόμενες στην Κίνα πρόσφατες ελαφρές αναταράξεις- στις διεθνείς κεφαλαιαγορές.
– Έχετε προετοιμαστεί στο ΤΧΣ για τις διαδικασίες της αποεπένδυσης;
Το Ταμείο έχει ήδη κάνει όλες τις απαιτούμενες ενέργειες ώστε να μπορεί να αξιολογήσει και να αξιοποιήσει άμεσα κάθε ευκαιρία που θα παρουσιαστεί, γνωρίζοντας πως κάθε επιτυχημένη συναλλαγή, σε κάθε περίπτωση, θα αποτελεί παράγοντα ταχείας πυροδότησης ευνοϊκών εξελίξεων για την εθνική οικονομία.
– Έχετε καταρτίσει κατάλογο από τον οποίο θα επιλέγετε ταχύτατα σύμβουλο χωρίς διαγωνιστική καθυστέρηση ανάλογα με τις επιμέρους εργασίες που θα ανακύπτουν; Π.χ. διατύπωση γνώμης, αποτίμηση κ.λπ.
Έχουμε ήδη καταρτίσει έναν κατάλογο (panel) προεγκεκριμένων διεθνών χρηματοπιστωτικών συμβούλων ο οποίος περιλαμβάνει τις μεγαλύτερες επενδυτικές τράπεζες, ευρωπαϊκές και μη, που σε συνεργασία με τους νομικούς συμβούλους από έναν δεύτερο προεγκεκριμένο επίσης κατάλογο -η διαδικασία αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη- θα μας επιτρέψει την ταχύτατη ανάθεση και εκτέλεση των όποιων εργασιών (π.χ. διατύπωση γνώμης, έκθεση αποτίμησης κ.λπ.) είναι κατά νόμο απαραίτητες για την επιτυχημένη ολοκλήρωση κάθε συναλλαγής αποεπένδυσης.
– Όλοι υποθέτουμε ότι η πρώτη αποεπένδυση θα είναι αυτή της Eurobank, καθώς είναι εκπεφρασμένο το ενδιαφέρον της τράπεζας να αγοράσει η ίδια τις μετοχές. Θα υπάρξει η ανταγωνιστική διαδικασία που έχει αναφερθεί; Εννοώ η προσφορά της Eurobank θα τεθεί σε δημόσια διαδικασία για βελτιωτικό τίμημα από κάποιον τρίτο ή την ίδια την τράπεζα;
Στη δημοσιευμένη ήδη από τα τέλη του 2022 στρατηγική αποεπένδυσης του Ταμείου αναφέρεται με σαφήνεια ως βασική αρχή η τήρηση μιας διαφανούς και ανταγωνιστικής (διαγωνιστικής) διαδικασίας, ανεξαρτήτως του τύπου και της δομής οιασδήποτε συναλλαγής επιλεγεί. Αυτό θα τηρηθεί, και μάλιστα με ιδιαίτερη ευλάβεια, δεδομένου ότι αυτή αποτελεί την πρώτη συναλλαγή αποεπένδυσης από την πλευρά του Ταμείου, και στην περίπτωση της στοχευμένης επαναγοράς των μετοχών που διατηρεί το ΤΧΣ στην Τράπεζα Eurobank.
– Αληθεύει ότι αυτή την περίοδο το ΤΧΣ με τους συμβούλους του καταρτίζει εναλλακτικά σχέδια δράσης για κάθε συμμετοχή του, ώστε ανάλογα με τις περιστάσεις να υπάρχει ένας οδικός χάρτης για κάθε τράπεζα;
Είναι αλήθεια ότι το Ταμείο καταρτίζει και διαμορφώνει συνεχώς εναλλακτικά σενάρια δράσης για κάθε τράπεζα στην οποία διατηρεί συμμετοχή, προσαρμόζοντάς τα στις εκάστοτε συνθήκες της αγοράς με στόχο τη διαφύλαξη των συμφερόντων του μετόχου του, δηλαδή του Ελληνικού Δημοσίου. Στο πλαίσιο αυτό υποχρεούται επίσης να αποστέλλει ανά τετράμηνο στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών επικαιροποιημένη έκδοση της στρατηγικής αποεπένδυσης.
– Εσείς, μιλώντας πάντα θεωρητικά, τι πιστεύετε ότι είναι σωστότερο ως πρακτική; Κάποιες αποεπενδύσεις να προηγηθούν της επενδυτικής βαθμίδας και κάποιες να ακολουθήσουν; Ένα τμηματικό σχέδιο σταδιακής αξιοποίησης των συμμετοχών -θεωρητικά πάντα- φαντάζει πιο λογικό;
Το θέμα της επενδυτικής βαθμίδας και της επιστροφής της χώρας στη λέσχη των ώριμων αγορών είναι ευρύτερο και αφορά το σύνολο της οικονομίας. Είναι προφανές ότι επιτυχημένες συναλλαγές αποκρατικοποίησης, έστω και περιορισμένου μεγέθους, ιδιαίτερα στον χρηματοπιστωτικό κλάδο, θα συνεισφέρουν καταλυτικά στο να δημιουργηθεί το κατάλληλο υπόβαθρο για το μεγάλο άλμα προς την επενδυτική βαθμίδα. Σε κάθε περίπτωση, δε, είναι γνωστό ότι οι αγορές συνήθως τείνουν να προτιμολογούν επικείμενα γεγονότα που συγκεντρώνουν υψηλές πιθανότητες πραγματοποίησης.
– Προφανώς δεν σας επιτρέπετε να εξειδικεύσετε, αλλά, μιλώντας πάντα σε θεωρητική βάση, ποια είναι η γνώμη σας: μια ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων πρέπει να ξεκινά από τα μεγάλα ή τα μικρότερα πακέτα μετοχών; Ένα σενάριο παράλληλης πώλησης π.χ. σε μια διαδικασία διαφορετικών συμμετοχών, όπου ο επενδυτής μπορεί να κάνει προσφορές για όλο ή και για επιμέρους τμήματα είναι -θεωρητικά πάντα- ένα είδος διαδικασίας που δεν μπορεί να αποκλειστεί;
Με δεδομένο τον άγνωστο παράγοντα των μελλοντικών μακροοικονομικών εξελίξεων, αλλά με γνώση της συγκεκριμένης συγκυρίας και του χαρτοφυλακίου του ΤΧΣ που αποτελείται από διαφορετικά μεγέθη επιμέρους πακέτων μετοχών θα μπορούσε η διαδικασία να ξεκινήσει είτε από τα μεγαλύτερα είτε από τα μικρότερα ποσοστά, είτε να συνδυάσει ταυτόχρονες πωλήσεις. Κανένα σενάριο δεν είναι μονοσήμαντο, δεν θα ήταν ποτέ, πολύ περισσότερο τώρα που οι τράπεζες συναλλάσσονται σε ένα περιβάλλον ελεύθερης οικονομίας και υγιούς ανταγωνισμού. Άρα κάθε σενάριο έχει τη θετική και την αρνητική του πλευρά και η όποια απόφαση θα λάβει υπόψη της, μεταξύ άλλων, τους διαθέσιμους πόρους, την επίπτωση της όποιας συναλλαγής στη χρονική ακολουθία άλλων σχεδιαζόμενων παρεμφερών -και όχι απαραίτητα σχετιζόμενων με τις τράπεζες- συναλλαγών, την πάντα υπαρκτή πιθανότητα αλλαγής των συνθηκών στις διεθνείς αγορές και μεταστροφής του κλίματος κ.λπ. Τίποτα όμως a priori δεν μπορεί να αποκλειστεί.
– Παρακολουθείτε στενά τα τελευταία χρόνια το τραπεζικό σύστημα της χώρας και πράγματι έχουν γίνει σημαντικά βήματα εξυγίανσης και ενίσχυσης των τραπεζών. Ωστόσο, καμία ξένη τράπεζα δεν ήρθε στη χώρα μας, αντίθετα μάλιστα φεύγουν. Το ενδιαφέρον των ξένων για τις τράπεζες φαίνεται να είναι περισσότερο χρηματιστηριακό και όχι επιχειρηματικό. Πώς το εξηγείτε;
Σε μία περίοδο που το επενδυτικό ενδιαφέρον για τη χώρα φαίνεται να είναι ισχυρό και όχι περιστασιακό, η απουσία των μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών στον ρόλο του επενδυτή αποτελεί όντως αντικείμενο προβληματισμού για αρκετούς. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε δεδομένα και γεγονότα που πιθανότατα ερμηνεύουν την απουσία αυτή. Η ευρωπαϊκή -και παγκόσμια- χρηματοπιστωτική κρίση που, ενώ σοβούσε χρόνια, ξέσπασε το 2008 με την ιστορική χρεοκοπία της Lehman Brothers -αλλά και με την κατάρρευση των τραπεζών της Ισλανδίας- που σύντομα οδήγησε -πέρα από την κρίση ρευστότητας και εν συνεχεία χρέους του ευρωπαϊκού Νότου- και στην ανάγκη εισαγωγής νέων πολύ αυστηρότερων εποπτικών κανόνων από την ΕΚΤ.
Οι τράπεζες αναγκάστηκαν να ενισχύσουν σημαντικά τη ρευστότητα και τα εποπτικά τους κεφάλαια, με αποτέλεσμα τον δραστικό περιορισμό των δανείων προς την οικονομία, άρα και της βασικής πηγής εσόδων και κερδοφορίας τους. Παράλληλα, η δραματική αύξηση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων, εξαιτίας της ύφεσης, εξανέμισε σε πολλές περιπτώσεις και τα κεφάλαιά τους τα οποία αναγκάστηκαν οι μέτοχοι να αντικαταστήσουν με δαπανηρές αυξήσεις κεφαλαίων.
Ομοίως τα δραματικά γεγονότα που ακολούθησαν (η πανδημία, οι γεωπολιτικές εντάσεις, οι εκρηκτικές αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας, ο έντονος ανταγωνισμός από τις Fin Tech, ο πληθωρισμός και συνακόλουθα τα υψηλά επιτόκια κ.λπ.) ώθησαν τον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο σε μια περιδίνηση στην εσωστρέφεια, εξαλείφοντας ουσιαστικά τη διάθεση μακρόπνοων επενδύσεων σε αντίστοιχα παραδοσιακά τραπεζικά ιδρύματα που εδρεύουν σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές. Για τις πέραν του Ατλαντικού ορμώμενες τράπεζες, ούτε λόγος. Οι διαφορετικοί κανόνες λειτουργίας τους (που εδράζονται σε τελείως διαφορετικές φιλοσοφίες εποπτείας), αλλά και οι επιβεβλημένες εντός των οικείων συνόρων συγχωνεύσεις (διασώσεις) ως αποτέλεσμα των καταρρεύσεων/χρεοκοπιών (π.χ SVB, Signature bank, First Republic κ.λπ.) δεν άφησαν, ούτε προβλέπεται στο εγγύς μέλλον να αφήσουν, περιθώρια για διασυνοριακές, και μάλιστα διηπειρωτικές, εξαγορές. Βέβαια στους κανόνες υπάρχουν και οι εξαιρέσεις και σε αυτές εντάσσεται το ενδιαφέρον της μεγαλύτερης τράπεζας του κόσμου (JP Morgan) που μετουσιώθηκε σε εξαγορά στο τέλος του 2022 του 48,5% της Viva Wallet, που διαθέτει τραπεζική άδεια.
– Στο Ταμείο έχετε αντιληφθεί να υπάρχει ενδιαφέρον στη διαδικασία της αποεπένδυσης και από Έλληνες επιχειρηματίες;
Προς το παρόν το ενδιαφέρον για τα μερίδια του Δημοσίου από την αποεπένδυση από τις συστημικές τράπεζες προέρχεται αποκλειστικά από διεθνή επενδυτικά κεφάλαια, όμως η στρατηγική αποεπένδυσης του Ταμείου δεν προσδιορίζει καθ’ οιονδήποτε τρόπο «επιθυμητή» προέλευση κεφαλαίων (και κατά συνέπεια δεν αποκλείει κανέναν που πληροί τις απαραίτητες προϋποθέσεις νομιμότητάς). Κατά την εκκίνηση της διαδικασίας θα καλωσορίσουμε κάθε ενδιαφερόμενο που, εφόσον πληροί τις προϋποθέσεις, επιθυμεί να εμπλακεί στη διαδικασία της αποεπένδυσης από την πλευρά του αγοραστή και να αποτελέσει μέρος της ανταγωνιστικής διαδικασίας διάθεσης των μετοχών.
– Προφανώς και παλαιότερες «ανεπίσημες» εκδηλώσεις ενδιαφέροντος για τράπεζες είναι εκ των πραγμάτων ανενεργές και παρωχημένες, αλλά θα επιμείνω ρωτώντας αν στο ΤΧΣ έχετε γίνει αποδέκτης συγκεκριμένου επενδυτικού ενδιαφέροντος από ενδιαφερομένους ή αν έχετε «αναγνωρίσει» δυνητικούς επενδυτές για τις επικείμενες διαδικασίες.
Το επενδυτικό ενδιαφέρον για τις ελληνικές τραπεζικές μετοχές ήταν και παραμένει ισχυρό. Μα σύντομη ματιά στο γραμμικό διάγραμμα του δείκτη τιμών των ελληνικών τραπεζικών μετοχών το τελευταίο δωδεκάμηνο πείθει και τον πλέον δύσπιστο. Από τον Αύγουστο του 2022 έως τον Αύγουστο του 2023 ο δείκτης τιμών ATHEX Banks αυξήθηκε κατά 96,9%, όταν o αντίστοιχος των ιταλικών τραπεζών (πριν από την πρόσφατη πτώση τους λόγω της επιβολής έκτακτης φορολογίας) κατά 57,9%, των ευρωπαϊκών EUROSTOXX Banks κατά 37,6% και του γενικού δείκτη του χρηματιστηρίου κατά 52,1%. Υπάρχει, κατά συνέπεια, σημαντικός αριθμός αξιόπιστων και μεγάλου βεληνεκούς επενδυτών (συμπεριλαμβανομένων και αυτών μακροχρόνιου επενδυτικού ορίζοντα) που διαβλέπει τις μεσομακροπρόθεσμες θετικές αναπτυξιακές προοπτικές και επιχειρεί να τις εκμεταλλευτεί, έχοντας ήδη εκδηλώσει ενδιαφέρον για να εισέλθει στο μετοχικό σχήμα των συστημικών τραπεζών. Το ενδιαφέρον αυτό εκτιμούμε ότι θα καταστεί απτό και συγκεκριμένο όταν το Ταμείο, σε κατάλληλο χρόνο, εκκινήσει τη διαδικασία κάθε συγκεκριμένης συναλλαγής αποεπένδυσης που θα αποσκοπεί στη μεγιστοποίηση πάσης φύσεως οφέλους για το Δημόσιο και την τράπεζα, με όρους απόλυτης διαφάνειας.
– Ο SSM δεν επέτρεψε στις τράπεζες να διανείμουν έστω μικρό μέρισμα, περισσότερο ως ένδειξη επιστροφής στην κανονικότητα. Η στάση του επόπτη ενδεχομένως επιδέχεται την ερμηνεία ότι οι συστημικές τράπεζες δεν είναι ακόμη ισχυροποιημένες. Αυτό δεν δυσχεραίνει την αποεπένδυση;
Δεν νομίζω. Ξεκινώ λέγοντας ότι οι όποιες αποφάσεις του επόπτη είναι πάντα αιτιολογημένες και αυτονοήτως απολύτως σεβαστές. Τα αποτελέσματα εξαμήνου και των τεσσάρων συστημικών τραπεζών που υπερακόντισαν τις προσδοκίες ακόμα και των πιο αισιόδοξων κατέδειξαν ισχυρή οργανική κερδοφορία από επαναλαμβανόμενες εργασίες. Κατέγραψαν επίσης και αξιόλογη ενίσχυση των κεφαλαιακών τους δεικτών αλλά και αυτών της ρευστότητας. Πρακτικά τι σημαίνει αυτό; Ότι έχουν ήδη σχηματιστεί κεφαλαιακά αποθέματα προς διανομή, υπό μορφή μερίσματος, χωρίς αυτό να βάζει σε κίνδυνο την κεφαλαιακή τους επάρκεια. Μάλιστα στις αναθεωρημένες κατευθύνσεις (guidance) που δίνουν στους αναλυτές και οι 4 τράπεζες έχει ανακοινωθεί η ισχυρή πρόθεση των διοικήσεών τους για διανομή μερίσματος το 2024 (για τη χρήση του 2023), που φυσικά και αυτή τελεί υπό την κρίση του επόπτη. Όλα αυτά είναι γνωστά στις αγορές και κατά συνέπεια καμία εντύπωση δεν μπορεί να σκιάσει τη δεδομένη κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών ή να δυσχεράνει εκ του λόγου αυτού, την αποεπένδυση. Μην ξεχνάτε, τέλος, ότι η μη έγκριση διανομής μερίσματος για τη χρήση 2022 δεν αφορά αποκλειστικά τις ελληνικές αλλά και άλλες υπό την εποπτεία του SSM ευρωπαϊκές τράπεζες.