«Δεδομένων των πρόσφατων δημοσκοπήσεων, αλλά και της έλλειψης μπόνους 50 εδρών, η κοινή προσδοκία είναι ότι οι εκλογές του Μαΐου 2023 είναι απίθανο να αποφέρουν μια βιώσιμη πλειοψηφία. Ως εκ τούτου, δεύτερες εκλογές, με βάση έναν νέο κανόνα πριμοδότησης της πλειοψηφίας, παραμένει το πιο πιθανό σενάριο», αναφέρει ο αμερικανικός οίκος σε Note Για την Ελλάδα.
«Ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης προκήρυξε τις εθνικές εκλογές για τις 21 Μαΐου του 2023, κάτι που ανέμεναν τα εγχώρια μέσα ενημέρωσης. Αυτές θα είναι οι πρώτες εκλογές μετά από μερικές δεκαετίες στις οποίες δεν θα υπάρχουν έδρες μπόνους (50 έδρες) για το κόμμα που θα κερδίσει την πλειοψηφία των ψήφων. Ένας τροποποιημένος νόμος για το μπόνους των 50 εδρών θεσπίστηκε από το σημερινό κοινοβούλιο, αλλά θα τεθεί σε ισχύ μόνο στις επόμενες εκλογές μετά τις εκλογές της 21ης Μαΐου 2023», συνεχίζει η τράπεζα.
«Η προσδοκία μας είναι ότι η εν ενεργεία κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας θα σχηματίσει είτε πλειοψηφία, είτε κυβέρνηση συνασπισμού μετά τις δεύτερες εκλογές και θα συνεχίσει να υλοποιεί μια εποικοδομητική πολιτική ατζέντα. Βλέπουμε τους κινδύνους αυξημένης μεταβλητότητας της αγοράς καθώς οδεύει προς τις εκλογές του Μαΐου, ιδίως εάν η ψαλίδα μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ συνεχίσει να σφίγγει περαιτέρω στις δημοσκοπήσεις», εκτιμά η JPM.
Επενδυτική βαθμίδα έως τις αρχές του 2024
Ωστόσο, παραμένουμε ουδέτεροι για την Ελλάδα βραχυπρόθεσμα λόγω κινδύνων αύξησης του πολιτικού θορύβου, καθώς πλησιάζουμε στις εκλογές της 21ης Μαΐου. Για τους επενδυτές που επιθυμούν να είναι με αυξημένες θέσεις στα ελληνικά ομόλογα (overweight Ελλάδα), θεωρούμε τα ομόλογα με διάρκεια 7-10 ετών ελκυστικά, καθώς διαπραγματεύονται στο υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με τις άλλες περιφερειακές χώρες», επισημαίνει ο οίκος.
Τα ελληνικά ομόλογα σημείωσαν σχετική υπεραπόδοση από την περιφέρεια την περασμένη εβδομάδα, πιθανότατα λόγω των θετικών εξελίξεων στην προσφορά. Μετά την κοινοπραξία του πενταετούς ελληνικού ομολόγου, η Ελλάδα έχει καλύψει το 75% των ακαθάριστων αναγκών της σε εκδόσεις του 2023 με βάση την πρόβλεψή της JPM για 6 δισ. ευρώ από τα 8 δισ. ευρώ, περιορίζοντας έτσι την ανάγκη να βγει στην πρωτογενή αγορά μέχρι να σχηματιστεί μια νέα κυβέρνηση, πιθανότατα μέχρι τα τέλη του τρίτου τριμήνου.