Η μια διάταξη θα υποχρεώνει όσους εκμισθώνουν τρία ή και περισσότερα ακίνητα να κάνουν έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας προκειμένου να συνεχίσουν να τα διαθέτουν προς ενοικίαση μέσω των «πλατφορμών». Και η άλλη διάταξη, θα τους θέτει ελάχιστο όριο κέρδους καθώς δεν υπάρχει πρόβλεψη αυτοί που θα ασχολούνται με τις βραχυχρόνιες μισθώσεις να εξαιρούνται από τα νέα κριτήρια της εφορίας (εκτός ίσως αν πρόκειται για καινούργια δραστηριότητα οπότε θα μπει σε εφαρμογή ο μειωτικός συντελεστής που ισχύει για την πρώτη 5ετία).
Αν μάλιστα ληφθούν υπόψη και οι υπόλοιπες αλλαγές για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις -επιβολή του τέλους ανθεκτικότητας, αυστηρά πρόστιμα για όσους δεν έχουν εγγραφεί στο μητρώο ακινήτων βραχυχρόνιας μίσθωσης κλπ- τότε καθίσταται σαφές ότι το νέο πλαίσιο γίνεται αρκετά πιο «σφικτό»: η εφορία θα έχει καλύτερη γνώση για τον αριθμό των μισθώσεων και το ύψος των εισοδημάτων καθώς οι πλατφόρμες είναι υποχρεωμένες να συνεργάζονται.
Αν ο ιδιοκτήτης επιχειρήσει να μην εγγραφεί στην πλατφόρμα θα πληρώσει πρόστιμο ίσο με το 50% των ακαθάριστων εσόδων του τελευταίου φορολογικού έτους με ελάχιστο τα 5000 ευρώ ενώ με την υποχρεωτική έναρξη επιτηδεύματος, εφόσον υπάρχουν πάνω από δύο ακίνητα για μίσθωση, θα ενεργοποιούνται και τα «τεκμαρτά εισοδήματα» που σημαίνει ότι το ελάχιστο εισόδημα δεν θα μπορεί να είναι μικρότερο από το «κατώφλι» που βγάζει ο νέος μαθηματικός τύπος. Η μόνη επιλογή για τον ιδιοκτήτη, θα είναι να φτιάξει προσωπική εταιρεία ή νομικό πρόσωπο όπου εκεί δεν υπάρχουν τα ελάχιστα εισοδήματα.
Οι αλλαγές αυτές -σε συνδυασμό και με την αυστηροποίηση του ορισμού μίσθωσης ακινήτου που θα είναι αναρτημένο σε ψηφιακή πλατφόρμα (μίσθωση μέχρι 60 ημέρες ανά πελάτη εφόσον δεν παρέχονται άλλες υπηρεσίες πλην κλινοσκεπασμάτων) αναμένεται να αλλάξει το τοπίο στην αγορά. Οι ιδιοκτήτες θα κληθούν να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα. Ή θα επιστρέψουν στην μακροχρόνια μίσθωση κάποια ακίνητα ώστε να μην μπλέξουν με την έναρξη επιτηδεύματος και τα ελάχιστα εισοδήματα, ή θα οργανώσουν τη δραστηριότητά τους ως κανονικές επιχειρήσεις αναλαμβάνοντας την υποχρέωση να πληρώνουν ΦΠΑ, ασφαλιστικές εισφορές, φόρο εισοδήματος, τέλος παρεπιδημούντων και το νέο «τέλος ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση που στο εξής θα διαμοφώνεται στο 1,5 ευρώ ανά ημέρα.