Αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά περίπου 2 δισ. ευρώ, παρά τα μέτρα μείωσης των φορολογικών συντελεστών. Διόγκωση του πρωτογενούς πλεονάσματος κατά 2,5 δισ. ευρώ συγκριτικά με το 2023, ώστε να καλυφθεί το μεγαλύτερο μέρος των τόκων εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους. «Συγκράτηση» του ποσοστού αύξησης των δημοσίων δαπανών κάτω από το 2%-2,5%, ώστε να υπάρξει από τώρα προσαρμογή στον νέο δημοσιονομικό κανόνα που θέλει να θεσπίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο της αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητας. Και μείωση της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ κατά περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες, ώστε η Ελλάδα να είναι συνεπής απέναντι στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο συγκεκριμένο πεδίο. Είναι οι βασικές «αρχές» πάνω στις οποίες το οικονομικό επιτελείο χτίζει το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2024, με στόχο να κατατεθεί στη Βουλή την πρώτη εβδομάδα του Οκτωβρίου.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της Καθημερινής, η ψήφιση του νομοσχεδίου με τα προεκλογικά μέτρα της κυβέρνησης θα επιβαρύνει τον προϋπολογισμό του 2024 με επιπλέον 1,1 δισ. ευρώ, περιορίζοντας δραστικά τα δημοσιονομικά περιθώρια για την επόμενη χρονιά. Ετσι, η ομιλία του πρωθυπουργού στην Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης δύσκολα θα περιλαμβάνει παροχές με επιπλέον σημαντικό δημοσιονομικό κόστος για το επόμενο έτος. Οι όποιες προτάσεις για πρόσθετα μέτρα πέσουν στο τραπέζι ενόψει των εγκαινίων της ΔΕΘ –στο προσκήνιο θα βρεθούν η επιδοματική πολιτική για τη θέρμανση, αλλά και τα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος για ευπαθείς ομάδες– θα είναι απολύτως στοχευμένες και με πολύ περιορισμένο δημοσιονομικό κόστος. Λίγες εβδομάδες πριν από την έκδοση των εκθέσεων αξιολόγησης από το σύνολο των ελεγκτικών οίκων, το ζητούμενο για την κυβέρνηση θα είναι να σταλεί ξεκάθαρο μήνυμα στις αγορές ότι το 2024 θα υπάρξει πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 2% του ΑΕΠ κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού.
Ολόκληρο το οικοδόμημα του προϋπολογισμού της επόμενης χρονιάς θα στηριχθεί στην πρόβλεψη ότι το 2024 θα είναι χρονιά ανάπτυξης, με πραγματικό ποσοστό 3% αλλά και αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στο 2,4% για το σύνολο του έτους. Επιβεβαίωση αυτών των δύο προβλέψεων θα ανεβάσει το ονομαστικό ΑΕΠ στα 233-235 δισ. ευρώ από περίπου 222-224 δισ. που εκτιμάται ότι θα είναι η φετινή επίδοση αν διατηρηθεί ο πραγματικός ρυθμός ανάπτυξης της τάξεως του 2,3%. Σε αυτά τα επιπλέον 10 δισ. ευρώ οικονομικής δραστηριότητας «ποντάρει» το οικονομικό επιτελείο για να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα της επόμενης χρονιάς. Το προσχέδιο του προϋπολογισμού αναμένεται ότι θα προβλέπει τη συγκέντρωση φορολογικών εσόδων της τάξεως των 61-62 δισ. ευρώ σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης έναντι περίπου 59-60 δισ. ευρώ φέτος. Η αύξηση εκτιμάται ότι θα προέλθει και από το σκέλος των έμμεσων και από το σκέλος των άμεσων φόρων.
Το 2024 θα είναι έτος σημαντικής αύξησης των ονομαστικών αποδοχών, καθώς για πρώτη φορά ύστερα από περισσότερα από 15 χρόνια θα έχουμε ταυτόχρονη αύξηση και στις συντάξεις (περίπου 3,5% από τις αρχές του 2024) και στον ιδιωτικό τομέα (σ.σ. ο κατώτατος μισθός αναμένεται ότι θα φτάσει περίπου στα 810-820 ευρώ από τον Μάιο) και στον δημόσιο τομέα. Ετσι, η πρόσθετη φορολογητέα ύλη αναμένεται ότι θα αποδώσει περισσότερα έσοδα με το ξεκίνημα της χρονιάς λόγω της αυξημένης παρακράτησης, αποτέλεσμα της μη τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας.
Οσον αφορά στην έμμεση φορολογία, τα επιπλέον έσοδα θα προέλθουν κυρίως από τον ΦΠΑ ο οποίος θα υπολογιστεί και πάλι επί υψηλότερων τιμών. Στον προϋπολογισμό του 2024 δεν αναμένεται να υπάρξει πρόβλεψη για επιπλέον έσοδα λόγω περιορισμού της φοροδιαφυγής. Το όποιο θετικό αποτέλεσμα προκύψει στο συγκεκριμένο πεδίο θα χρησιμοποιηθεί για να δημιουργηθεί «μαξιλάρι ασφαλείας».
Οι δαπάνες του 2024 εκτιμάται ότι θα είναι αυξημένες σε σχέση με το 2024. Μόνο το νέο μισθολόγιο του Δημοσίου θα προσθέσει περισσότερα από 800 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, με την απόσυρση των μέτρων στήριξης για την αντιμετώπιση της πληθωριστικής κρίσης, το τελικό ποσοστό αύξησης των δαπανών σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης θα επιχειρηθεί να συγκρατηθεί κάτω από 2%-2,5%. Υπενθυμίζεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει, στο πλαίσιο αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητας, να θεσπιστεί κανόνας συγκρατημένης μεταβολής των «καθαρών δαπανών» με το ποσοστό να μην ξεπερνάει το 2,6%. Η υποχρέωση –δεδομένου ότι δεν θα υπάρξει συμφωνία για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας μέχρι το τέλος του έτους– δεν θα αφορά το 2024, ωστόσο ο νέος προϋπολογισμός αναμένεται ότι θα εκπληρώνει και τη συγκεκριμένη υποχρέωση.
Το πρωτογενές πλεόνασμα του 2024 αναμένεται να προσεγγίσει τα 5 δισ. ευρώ από περίπου 2,5 δισ. ευρώ το 2023. Με αυτή τη δημοσιονομική επίδοση –δεδομένου ότι τα 5 δισ. ευρώ επαρκούν για να καλυφθεί το μεγαλύτερο κομμάτι των τόκων– η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ θα προϋπολογιστεί κοντά στο 150%-155% του ΑΕΠ, με τη μείωση να φθάνει ακόμη και τις 10 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2023, έτος κατά το οποίο η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ θα διαμορφωθεί κοντά στο 161%.