Οι επενδυτές προσπαθούν να αξιολογήσουν τον αντίκτυπο που θα έχει η συμφωνία για την αύξηση του ανώτατου ορίου του αμερικανικού χρέους στις διεθνείς αγορές.
Η καταρχήν συμφωνία για αύξηση του ανώτατου ορίου του χρέους, στα 31,4 τρισ. δολάρια, θα αποτρέψει ένα καταστροφικό σενάριο στάσης πληρωμών και θα ανοίξει την όρεξη για επενδύσεις ρίσκου, στηρίζοντας ταυτόχρονα και κάποιους τομείς που υπολείπονται του τεχνολογικού ράλι, όπως οι λεγόμενες «κυκλικές» μετοχές και αυτές της μικρότερης κεφαλαιοποίησης.
Ωστόσο, ορισμένοι επενδυτές ανησυχούν ότι οι προτεινόμενες μειώσεις δαπανών θα μπορούσαν να ασκήσουν πιέσεις στην ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας. Την ίδια στιγμή, η διαπραγματευτική διαδικασία που απέτρεψε στο παρά πέντε μία στάση πληρωμών χρέους απειλεί να υπονομεύσει τη θέση των ΗΠΑ απέναντι στους οίκους αξιολόγησης.
Παρότι η συμφωνία Λευκού Οίκου και Ρεπουμπλικάνων αποτελεί θετικό νέο, η αμερικανική κυβέρνηση έχει ακόμη να αντιμετωπίσει ένα σωρό προβλήματα με τον χρόνο να πιέζει για την ολοκλήρωση της συμφωνίας, όπως αναφέρει ο Μπομπ Σταρκ, επικεφαλής στρατηγικής της Kyriba. H συμφωνία για το χρέος είναι μόνο το πρώτο βήμα στο πλαίσιο των προσπαθειών της Ουάσιγκτον να αποφύγει μία κρίση ρευστότητας.
Από τους κλάδους της αγοράς που αναμένεται να ωφεληθούν περισσότερο είναι οι «αμυντικές» μετοχές, οι οποίες υποχωρούσαν στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων και οι «κυκλικές» μαζί με τον κλάδο ενέργειας, ανέφερε ο Κουίνσι Κρόσμπι, στρατηγικός αναλυτής της LPL Financial. Aυτό που ευελπιστούν οι επενδυτές είναι ότι η συμφωνία θα ωφελήσει ολόκληρη την αγορά και όχι μόνο λίγα μεγάλα ονόματα της τεχνολογίας που έχουν κρατήσει τους δείκτες της Wall Street σε θετικό έδαφος.
Ο Στιούαρτ Κάιζερ, επικεφαλής του τμήματος στρατηγικής για τις αγορές της Citi, αναφέρει ότι η συμφωνία θα μπορούσε να προσφέρει μεγαλύτερο στήριγμα στους τομείς εκείνους που είχαν μείνει πίσω φέτος, όπως οι μετοχές των εταιρειών με πιο αδύναμους ισολογισμούς και τις μετοχές μικρότερης κεφαλαιοποίησης.
Αυτό ωστόσο στο οποίο εστιάζουν τώρα οι επενδυτές είναι το κόστος των περικοπών κρατικών δαπανών στην ευρωστία της αμερικανικής οικονομίας, αναφέρει ο Σταρκ. Τι αντίκτυπο έχουν οι περικοπές των δαπανών στο αμερικανικό ΑΕΠ και στην ανάπτυξη;
Την ίδια στιγμή, η πολιτική πόλωση στην Ουάσιγκτον θα μπορούσε να οδηγήσει ξανά τους οίκους αξιολόγησης να υποβαθμίσουν το αμερικανικό χρέος. Ο οίκος Fitch υποβάθμισε την προοπτική της πιστοληπτικής αξιολόγησης των ΗΠΑ σε αρνητική, όπως και ο καναδικός DBRS. Υπενθυμίζεται ότι ο οίκος S&P είχε υποβαθμίσει την πιστοληπτική αξιολόγηση των ΗΠΑ το 2011, λίγες μόλις ημέρες μετά την επίτευξη, την τελευταία στιγμή, συμφωνίας, με τον οίκο να εκτιμά τότε ότι η συμφωνία δεν σταθεροποιεί τις μεσοπρόθεσμες δυναμικές του χρέους. Η υποβάθμιση είχε οδηγήσει με τη σειρά της σε απώλειες 17% του δείκτη S&P 500 το διάστημα από τα τέλη Ιουλίου έως τα μέσα Αυγούστου του 2011.
Οι επενδυτές είναι επίσης προετοιμασμένοι για πιθανή μεταβλητότητα στην αγορά κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ, καθώς το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών θα σπεύσει γρήγορα να ξαναγεμίσει τα άδεια ταμεία του με ομολογιακές εκδόσεις όταν αυξηθεί το ανώτατο όριο του χρέους. Η μεγάλη προσφορά θα μπορούσε να ασκήσει πιέσεις στις τιμές.
Πηγή: moneyreview.gr