Έντονες ανησυχίες προκαλεί στους οικονομικούς κύκλους των ΗΠΑ και στις επιχειρήσεις η αποφασιστικότητα της Ευρώπης να συνεχίσει τους ελέγχους προς τους τεχνολογικού κολοσσούς, παρά την εκλογή Μπάιντεν, που, όπως όλα δείχνουν, θα οδηγήσει προς σύσφιξη των σχέσεων των δύο περιοχών.
Όπως τονίζουν αμερικανικά ΜΜΕ, ο Μπάιντεν έχει ήδη ξεκαθαρίσει ότι θέλει να επανεκκινήσει τις σχέσεις των ΗΠΑ με τους σημαντικούς συμμάχους τους, κυρίως όσους βρίσκονται στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Όμως, όσον αφορά στα δύσκολα ερωτήματα, όπως το πώς θα πρέπει να φορολογηθούν οι τεχνολογικοί κολοσσοί, υπάρχουν μεγάλες διαφωνίες, ακόμα και στη νέα κυβέρνηση.
Και, όπως τονίζει το CNN, η Ευρώπη δεν πρόκειται να υποχωρήσει στο στόχο της να «επαναφέρει στην τάξη» τις διαδικτυακές εταιρείες που έχουν βρει τους τρόπους να φορολογούνται από ελάχιστα έως καθόλου.
«Επίθεση» στην Amazon
Αυτή την εβδομάδα, τρεις ημέρες μετά τα συγχαρητήρια της Προέδρου της κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, προς τον Τζο Μπάιντεν, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποκάλυψε ότι θα απαγγείλει κατηγορίες στην Amazon, επειδή καταχράται της δεσπόζουσας θέσης στην αγορά των διαδικτυακών πωλήσεων, ενώ ξεκινά και έρευνα και για τις επιχειρηματικές πρακτικές της εταιρείας. «Η ανακοίνωση για την Amazon δείχνει την επιθυμία της Ευρώπης να διατηρήσει τις πιέσεις προς τις αμερικανικές εταιρείες για τις αντιμονοπωλιακές πρακτικές», τονίζουν αναλυτές.
Η ψηφιακή φορολογία
Όσον αφορά τους ψηφιακούς φόρους, ο Μπάιντεν θα έχει την ευκαιρία να επανεκκινήσει τα πάντα από την πρώτη μέρα της θητείας του. Βέβαια, ακόμα και σε αυτή την περίπτωση δεν είναι βέβαια αν η Ουάσιγκτον και οι Βρυξέλλες θα μπορέσουν να καταλήξουν σε μία συμφωνία. Οι συζητήσεις που έχουν ξεκινήσει στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ στο Παρίσι για ένα παγκόσμιο φορολογικό καθεστώς των τεχνολογικών εταιρειών δεν έχουν προς το παρόν καταλήξει πουθενά.
Η διαμάχη για το πώς πρέπει να φορολογούνται εταιρείες όπως η Google και το Facebook είναι προγενέστερη του Μπάιντεν, αλλά και του Ντόναλντ Τραμπ.
Παραδοσιακά, οι εταιρείες καλούνται να φορολογηθούν στη χώρα, στην οποία καταγράφουν τα κέρδη τους. Όμως, οι Ευρωπαίκές χώρες υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να παίρνουν τους αποκαλούμενους «τεχνολογικούς φόρους» επειδή οι εταιρείες βγάζουν περισσότερα χρήματα από τις υπηρεσίες σε άλλες χώρες.
Μέχρι ώρας, οι διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ έγιναν σε χαμηλούς τόνους, όμως η ένταση μεταξύ της Γαλλίας και των ΗΠΑ καραδοκεί. Ήδη το Παρίσι καθυστέρησε την επιβολή του φόρους 3% σε όλες τις τεχνολογικές εταιρείες, καθώς ήταν σε εξέλιξη οι διαπραγματεύσεις. Όμως, η έλλειψη προόδου μάλλον έχει εκνευρίσει το Παρίσι και οι ειδικοί αναμένουν εξελίξεις σύντομα. Αν γίνει κάτι τέτοιο, η κυβέρνηση Τραμπ – για όσο μένει – θα απαντήσει με δασμούς σε γαλλικά προϊόντα ύψους 1,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων, από τις 6 Ιανουαρίου.
Και παρότι το Μέγαρο των Ηλυσίων επιθυμεί να συνεργαστεί με την κυβέρνηση Μπάιντεν, δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο αν θα ανεχτούν νέα καθυστέρηση. Από την πλευρά του, ο ΟΟΣΑ αναμένει να έχει καταλήξει σε συμφωνία έως τα μέσα του 2021.
Πηγή: economistas.gr