Νέα και πιο απαισιόδοξα σενάρια για την ύφεση του 2020, που τώρα εκτιμάται ότι θα είναι μεταξύ -4,4% και -9,4% δημοσιεύει η Τράπεζα της Ελλάδος στη νέα έκθεση για τη νομισματική πολιτική, ενώ εκτιμά ότι το πρωτογενές έλλειμμα του προϋπολογισμού θα διαμορφωθεί σε 2,9% του ΑΕΠ.
Εξετάζοντας τρία σενάρια η ΤτΕ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ελληνική οικονομία θα συρρικνωθεί φέτος από -4,4% (ήπιο σενάριο) έως και -9,4% (δυσμενές σενάριο) με το βασικό σενάριο να τοποθετεί την ύφεση στο 5,8%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο διοικητής της ΤτΕ, Γ. Στουρνάρας τον Απρίλιο, σε διαδικτυακή ομιλία του στο Φόρουμ των Δελφών, είχε τονίσει ότι σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Τράπεζας η συρρίκνωση θα διαμορφώνονταν στο 4%, ενώ βάσει του ακραίου σεναρίου στο 8%.
Υπενθυμίζεται ότι αλλαγές προβλέψεων προς το χειρότερο για την πορεία της ευρωζώνης έχει κάνει και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Η οικονομία εκτιμάται ότι θα ανακάμψει αρκετά δυναμικά το 2021, με το ΑΕΠ να ανεβαίνει κατά 5,6% (βασικό σενάριο), ενώ στο χειρότερο σενάριο θα ενισχυθεί κατά 5,7% και στο καλύτερο κατά 5,8%.
Σε ό,τι αφορά την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών, η ΤτΕ εκτιμά ότι το πρωτογενές έλλειμμα θα διαμορφωθεί φέτος στο 2,9% του ΑΕΠ, σύμφωνα με το βασικό σενάριό της. Όπως τονίζεται, η απόκλιση δεν θα είναι μόνιμη: Η δέσμη δημοσιονομικών μέτρων περιλαμβάνει προσωρινού χαρακτήρα στοχευμένες παρεμβάσεις, προκειμένου να περιοριστούν οι δυσμενείς επιπτώσεις της πανδημίας στην πραγματική οικονομία, χωρίς όμως να δημιουργηθούν μόνιμα πρωτογενή ελλείμματα που θα επηρέαζαν αρνητικά τη μεσοπρόθεσμη δυναμική του δημόσιου χρέους.
«Βαρίδια» κατανάλωση και τουρισμός
«Βαρίδι» στην πορεία του ΑΕΠ θα αποτελέσει η σημαντική υποχώρηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, καθώς εκτιμάται ότι θα σημειωθεί αύξηση στην ανεργία και αποδυνάμωση στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών, ενώ τονίζεται ότι θα υπάρξει πολύ μεγάλη μείωση των τουριστικών εισπράξεων «καθώς τα μέτρα περιορισμού της διασποράς του κορονοϊού πλήττουν ιδιαιτέρως τους κλάδους εκείνους που σχετίζονται με την παροχή τουριστικών υπηρεσιών, ενώ αναμένεται και μείωση της ζήτησης για το τουριστικό προϊόν».
Όπως αναφέρει η έκθεση μεσοπρόθεσμα, και καθώς οι συνθήκες στην αγορά εργασίας θα βελτιώνονται, η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται ότι θα συμβάλει θετικά στην οικονομική δραστηριότητα. Οι επενδύσεις εκτιμάται ότι θα επηρεαστούν αρνητικά από την πανδημία, την αύξηση της αβεβαιότητας και την προσωρινή αναβολή επενδυτικών αποφάσεων, ενώ θα ενισχυθούν σημαντικά κατά την περίοδο 2021-2022, στηριζόμενες τόσο στις ιδιωτικές πρωτοβουλίες όσο και στις δημόσιες επενδύσεις. Οι εξαγωγές αγαθών αναμένεται να μειωθούν το 2020, επηρεαζόμενες από την υποχώρηση της εξωτερικής ζήτησης, ως απόρροια της μεγάλης επιδείνωσης του διεθνούς περιβάλλοντος.
Οι ναυτιλιακές εισπράξεις θα επηρεαστούν αρνητικά από την κάμψη της παγκόσμιας οικονομίας και την υποχώρηση του διεθνούς εμπορίου. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αναμένεται να αυξηθούν με υψηλούς ρυθμούς τα επόμενα δύο χρόνια σε συνάρτηση με την ανάκαμψη της εξωτερικής ζήτησης και τη βελτίωση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας. Τέλος, οι εισαγωγές θα ακολουθήσουν την πορεία της εγχώριας ζήτησης και των εξαγωγών καθ’ όλη την περίοδο πρόβλεψης.
Αβεβαιότητα και κίνδυνοι
Ακριβώς όπως έπραξε πρόσφατα η ΕΚΤ έτσι και η ΤτΕ τονίζει ότι οι εκτιμήσεις της δεν μπορούν να θεωρηθούν «βέβαιες» ή «ασφαλείς», με τον μεγαλύτερο κίνδυνο διάψευσης να σχετίζεται με τυχόν αναζωπύρωση της πανδημίας. Επίσης, η αναμενόμενη αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων ως απόρροια της προβλεπόμενης ύφεσης θα περιόριζε την παροχή χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, καθυστερώντας την ανάκαμψη των επενδύσεων και της οικονομικής δραστηριότητας. Οι παράγοντες αυτοί θα οδηγούσαν σε επιβράδυνση της ανάκαμψης, σε σημαντική επιδείνωση των δημοσιονομικών μεγεθών και σε εκ νέου αύξηση του ήδη πολύ υψηλού δημόσιου χρέους. Επιπλέον, μια επιδείνωση της προσφυγικής κρίσης θα μπορούσε να έχει αρνητικές επιπτώσεις στον τουρισμό. Μια πιο θετική του αναμενομένου έκβαση σχετίζεται με την ταχύτερη υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων.
Οι κίνδυνοι που προέρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον συνδέονται με μια πιο αδύναμη της αναμενόμενης ανάκαμψη της παγκόσμιας και της ευρωπαϊκής οικονομίας, λόγω μιας νέας έξαρσης της πανδημίας του κορωνοϊού, καθώς και με μια επιδείνωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Το περιεχόμενο και ο χρόνος σύναψης της συμφωνίας για τη μελλοντική σχέση του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ευρωπαϊκή Ένωση συνιστούν μια επιπλέον αβεβαιότητα. Η ταχύτερη πρόοδος της ιατρικής επιστήμης ως προς την αντιμετώπιση του ιού θα μείωνε την αβεβαιότητα και θα επιτάχυνε την ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας.
Οι κρίσιμες βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες πρωτοβουλίες
Για την επιτυχή αντιμετώπιση των προκλήσεων και την επαναφορά της οικονομίας στην αναπτυξιακή τροχιά των τελευταίων ετών, σημειώνει η Τράπεζα της Ελλάδος, κρίσιμες θεωρούνται, σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, οι εξής πρωτοβουλίες:
(α) Η αποτελεσματική και ευρεία αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων και των εθνικών δημοσιονομικών πόρων ώστε να μεγιστοποιηθεί η επίδρασή τους στην οικονομική δραστηριότητα και να ελαχιστοποιηθεί το δημοσιονομικό κόστος.
(β) Η συνέχιση της παροχής άμεσων ενισχύσεων και φορολογικών και ασφαλιστικών διευκολύνσεων σε επιχειρήσεις και κλάδους που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση, προκειμένου οι επιπτώσεις της κρίσης να μην καταστούν μόνιμες.
(γ) Η ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας και της πολιτικής προστασίας, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ενδεχόμενο αναζωπύρωσης της υγειονομικής κρίσης.
(δ) Η ταχεία ανάταξη, σε συνδυασμό βέβαια με την προστασία της δημόσιας υγείας, της οικονομικής δραστηριότητας – και ιδιαίτερα της τουριστικής, η εξέλιξη της οποίας δεν συνδέεται μόνο με τις ενέργειες της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και με εξωτερικούς παράγοντες.
Μεσοπρόθεσμα, θα πρέπει να αναληφθούν πρόσθετες πρωτοβουλίες με στόχο:
- Να αποκατασταθεί η δημοσιονομική σταθερότητα και να μετριαστεί η επίπτωση των έκτακτων μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους. Παράλληλα, θα πρέπει να διατηρηθεί το υψηλό ταμειακό απόθεμα της γενικής κυβέρνησης ώστε να μη διαταραχθεί η ικανότητα αναχρηματοδότησης των μεσομακροπρόθεσμων δανειακών αναγκών του Ελληνικού Δημοσίου και να αποφευχθεί μια πιθανή αύξηση του κινδύνου αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους στις αγορές κεφαλαίων.
- Να στηριχθούν οι τράπεζες ώστε να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του αύριο, που αφορούν την ψηφιακή τεχνολογία και, κυρίως, τη χρηματοδότηση δυναμικών κλάδων και επιχειρήσεων. Αυτό απαιτεί, κατά προτεραιότητα, την άμεση αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης (DTC). Είναι επιτακτική ανάγκη σύντομα να υλοποιηθούν λύσεις για την αντιμετώπιση όχι μόνο του υψηλού υφιστάμενου υπολοίπου των ΜΕΔ, αλλά και την πολύ πιθανή καταγραφή και νέων ΜΕΔ λόγω της επίπτωσης της πανδημίας. Μια τέτοια λύση είναι η δημιουργία εταιρίας διαχείρισης προβληματικών στοιχείων ενεργητικού (Asset Management Company), η οποία θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς το σχέδιο “Ηρακλής”, θα αναλάβει τη διάθεση μέρους των ΜΕΔ, ενώ θα αντιμετωπίζει και το πρόβλημα της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης. Η Τράπεζα της Ελλάδος επεξεργάζεται ένα σχήμα προς αυτή την κατεύθυνση.
- Να τονωθεί η δημόσια και ιδιωτική επενδυτική δραστηριότητα με αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων. Προς το σκοπό αυτό θα πρέπει να ενισχυθούν οι δημόσιες επενδύσεις για την αναβάθμιση των δημόσιων υποδομών, να στηριχθούν οι επενδυτικές πρωτοβουλίες με υψηλή προστιθέμενη αξία, αλλά και να προσαρμοστεί το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων στις νέες, μετά την πανδημία, συνθήκες. Ταυτόχρονα, οι συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) για την ενίσχυση των υποδομών, ειδικότερα στον τομέα της ψηφιακής υγείας και εκπαίδευσης, αποκτούν ενδεχομένως νέο περιεχόμενο μετά την εμπειρία της πανδημίας.
- Να διαφυλαχθεί η κυβερνητική δέσμευση και αξιοπιστία ως προς την εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού προγράμματος. Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην ολοκλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με ισχυρά πολλαπλασιαστικά οφέλη στην οικονομική δραστηριότητα και στην ενίσχυση του δυνητικού προϊόντος. Προς αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσαν να συμβάλουν δράσεις σχετικές με: (α) τη στοχευμένη μείωση της φορολογίας και ιδιαίτερα των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, (β) την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, (γ) τη βελτίωση της ποιότητας της διακυβέρνησης στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, (δ) την αναβάθμιση των συστημάτων υγείας και εκπαίδευσης και (ε) τον εξορθολογισμό των δημόσιων δαπανών με ανακατανομή πόρων σε αναπτυξιακές δράσεις.
- Να ενισχυθεί η μετάβαση σε ένα βιώσιμο πρότυπο οικονομικής ανάπτυξης, αξιοποιώντας τους πόρους του νέου μέσου ανάκαμψης “Next Generation EU”. Το πρότυπο αυτό θα ανταποκρίνεται στις προκλήσεις του ψηφιακού μετασχηματισμού, θα ενσωματώνει τις αρχές της πράσινης και κυκλικής οικονομίας και θα βασίζεται στη συνεχή επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο. Αυτό προϋποθέτει την αποφασιστική και ταχεία εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που αφορούν μεταξύ άλλων την αποτελεσματικότερη λειτουργία και τη μείωση της γραφειοκρατίας στο δημόσιο τομέα, ιδιαίτερα στους τομείς της υγείας, της παιδείας, της απονομής δικαιοσύνης και της ψηφιακής διακυβέρνησης. Eπίσης, απαιτείται η υιοθέτηση πολιτικών που ενθαρρύνουν την έρευνα και την καινοτομία, διευκολύνουν τη διάχυση της τεχνολογίας, ενισχύουν την επιχειρηματικότητα και προωθούν τον ψηφιακό μετασχηματισμό της δημόσιας διοίκησης. Επισημαίνεται ότι, κατά τη διάρκεια της εφαρμογής των μέτρων περιορισμού λόγω του κορωνοϊού, έγιναν ψηφιακά άλματα, όπως η ηλεκτρονική συνταγογράφηση και η ηλεκτρονική εξυπηρέτηση των πολιτών, που ταχύτατα εφαρμόστηκε από τις δημόσιες υπηρεσίες, αλλά και η εκτεταμένη τηλεργασία στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα.
- Να αποφευχθεί μια μόνιμη αύξηση της ανεργίας. Για τη στήριξη της αγοράς εργασίας και των επι-χειρήσεων θα χρειαστούν πρόσθετες ενεργητικές πολιτικές, με αξιοποίηση του μηχανισμού ενίσχυσης της απασχόλησης ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ, ώστε να στηριχθούν οι κλάδοι που επηρεάστηκαν περισσότερο μέσω της παροχής κινήτρων στις επιχειρήσεις για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και την ενίσχυση του εισοδήματος των εργαζομένων. Παράλληλα, πρέπει να συνεχιστούν τα μέτρα προστασίας των ανέργων, ιδίως των μακροχρόνια ανέργων.
Πηγή: businessdaily.gr