Η ταπεινή ιδέα δύο φοιτητών από την Μαλαισία έχει εξελιχθεί σε ένα super-app που προσφέρει διαφόρων ειδών υπηρεσίες στην Νοτιανατολική Ασία -Τώρα, η εταιρεία ετοιμάζεται να μπει στον Nasdaq με μία συμφωνία-μαμούθ των 40 δισεκατομμυρίων
Στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, η νεαρή Tan Hooi Ling δούλευε στα γραφεία της McKinsey, στην Μαλαισία, μα το δύσκολο κομμάτι της ημέρας της δεν τελείωνε όταν σχολούσε. Μεγαλώνοντας στην Κουάλα Λουμπούρ, είχε μάθει για την, παγκοσμίως γνωστή, κάκιστη φήμη των οδηγών ταξί στην γενέτειρα της. Έτσι δημιούργησε ένα απλό σύστημα για να εξασφαλίσει την ασφάλεια της.
Κάθε βράδυ, θα έστελνε ένα μήνυμα στην μητέρα της με τα στοιχεία του οδηγού της και θα την ενημέρωνε για την πορεία της διαδρομής, μέχρι που θα έφτανε σπίτι, για να δει την μητέρα της ξαπλωμένη στον καναπέ μπροστά στην πόρτα. Μερικά χρόνια αργότερα, η ίδια η Ling θα έβρισκε την λύση στο δικό της πρόβλημα και στον δρόμο, θα κατάφερνε πολλά παραπάνω.
Σήμερα, η Grab, η εταιρεία που συν-ίδρυσε, δεν είναι μόνο ένα startup μίσθωσης οχημάτων, αλλά και το κυρίαρχο super-app της Νοτιανατολικής Ασίας, που σε λίγες μέρες θα ολοκληρώσει την είσοδο της στο χρηματιστήριο με το μεγαλύτερο SPAC όλων των εποχών. Αλλά όλα αυτά η Ling δεν τα κατάφερε μόνη της. Γεννημένη όχι στην την χλιδή, αλλά σε ένα σπιτικό με αρκετά χρήματα για να σπουδάσει στην Αγγλία, κατάφερε να εξασφαλίσει μία θέση στο πρόγραμμα MBA του Harvard, με την οικονομική βοήθεια του εργοδότη της. Εκεί, γνώρισε τον Anthony Tan, με τον οποίο δεν είχε καμία συγγένεια, αλλά σύντομα θα ανέπτυσσε μία εξαίρετη επαγγελματική σχέση.
Αρχικά, η Ling αντιμετώπιζε τον Μαλαισιανό συμφοιτητή της με καχυποψία, ξέροντας πως είναι γιος ενός από τους πιο πλούσιους επιχειρηματίες της πατρίδας τους. Τελικά, η αναζήτηση για ασιατικό φαγητό τους έφερε μαζί και οι δυο τους έλαβαν μέρος σε έναν επιχειρηματικό διαγωνισμό. Η ιδέα τους για μία εταιρεία μίσθωσης οχημάτων στην Μαλαισία τους κέρδισε την δεύτερη θέση και δέκα χιλιάδες δολάρια. Με αυτά τα χρήματα, και με την βοήθεια της μητέρας του Tan, της πρώτης επενδύτριας στο εγχείρημα τους, γύρισαν στην Κουάλα Λουμπούρ και το 2012, ίδρυσαν την Grab, τότε γνωστή ως MyTeksi. Φυσικά, όπως συμβαίνει συνήθως, η αρχή ήταν δύσκολη. Οι δύο συνεργάτες καλούνταν να πείσουν τους οδηγούς της πόλης να «τους δώσουν μία ευκαιρία» και παράλληλα, να ανταγωνιστούν με την Uber, που είχε μπει δυναμικά στην αγορά της νοτιανατολικής Ασίας.
Παρότι δεν είχαν πρόσβαση στα κεφάλαια που είχε ο αμερικανικός γίγαντας, είχαν πολύ καλύτερη επίγνωση της αγοράς. Φαίνεται, επίσης, πως η χαμηλών τόνων Ling και ο εξαιρετικά φιλόδοξος Tan έκαναν μία καλή ομάδα. Grab και Uber κονταροχτυπήθηκαν για μερικά χρόνια, αλλά δεν πέρασε πολύς καιρός μέχρι η εταιρεία από το Σαν Φρανσίσκο να καταλάβει πως δεν έμελε να κυριαρχήσει στην περιοχή. Οι άνθρωποι πίσω από την Grab ήξεραν καλύτερα τα προβλήματα των ντόπιων οδηγών, ήταν πιο αποτελεσματικοί στην «στρατολόγηση» τους και επέτρεψαν την πληρωμή με μετρητά. Το Uber προχώρησε στο τελευταίο βήμα το 2015, μη έχοντας υπολογίσει πως πριν από σχεδόν μία δεκαετία, οι πληρωμές με πιστωτική κάρτα συνέβαιναν με μικρότερη συχνότητα στην Μαλαισία, από ότι στην Καλιφόρνια.
Έτσι, σε μία κρυφή συνάντηση στο βόρειο κομμάτι της ηλιόλουστης πολιτείας, ο CEO της Uber, Dara Khosrowshahi, μίλησε με τον Anthony Tan. Οι δύο άνδρες αποφάσισαν πως οι συνεχείς μάχες μεταξύ τους για μερίδιο στην αγορά δεν είχαν, πια, νόημα. Από το 2018, η Uber θα πουλούσε όλες τις υπηρεσίες της στην Νοτιανατολική Ασία στην Grab, με αντάλλαγμα ένα μερίδιο 27,5% στον νέο, αδιαμφισβήτητο κυρίαρχο της περιοχής. Μα πλέον, το Grab είχε πολύ μεγαλύτερες βλέψεις. Ο στόχος δεν ήταν μόνο να διατηρηθεί ως η Uber της NA Ασίας, αλλά και να επεκταθεί σε άλλα, ιδιαίτερα επικερδή πεδία. Και έτσι έγινε ή μάλλον έτσι γίνεται. Πλέον, η εταιρεία δραστηριοποιείται όχι μόνο στον τομέα της μίσθωσης οχημάτων και της διανομής φαγητού, αλλά και σε αυτόν της Fintech.
Εδώ και μερικά χρόνια, η Grab προσφέρει επενδυτικές, ασφαλιστικές και τραπεζικές υπηρεσίας στον σχετικά νέο και γρήγορα αυξανόμενο πληθυσμό της περιοχής. Ο νέος της αντίπαλος είναι η Gojek, ένα τεχνολογικό startup από την Ινδονησία που επίσης αποσκοπεί να γίνει το super-app για τους πολίτες των γύρω χωρών. Ακόμη, η Grab δεν βγάζει κέρδος, αλλά πολύ δύσκολα θα αντιμετωπίσει προβλήματα ρευστότητας στο σύντομο μέλλον.
Όπως πρόσφατα ανακοινώθηκε, η πολυεθνική επιχείρηση θα κάνει την είσοδο της στο χρηματιστήριο μέσω μίας συγχώνευσης με μία εταιρεία «λευκής επιταγής», δηλαδή ένα SPAC. Πρόκειται για την τελευταία, επίμαχη μόδα της Wall Street, που επιτρέπει σε ιδιωτικές εταιρείες να γίνουν δημόσιες με έναν πιο εύκολο και λιγότερο χρονοβόρο τρόπο. Η Grab θα κάνει την εμφάνιση της στον Nasdaq αφότου ολοκληρωθεί η συγχώνευση της με την Altimeter Growth, που υπολογίζεται πως θα εκτοξεύσει την αξία της στα 40 δισεκατομμύρια δολάρια. Η λίστα των επενδυτών στο startup από την Μαλαισία είναι, όπως θα περίμενε κανείς, γεμάτη με κάποια από τα μεγαλύτερα ονόματα του χρηματοοικονομικού κόσμου, όπως η Softbank, η Blackrock, η Fidelity και το Counterpoint Global Fund της Morgan Stanley, μεταξύ άλλων.
newmoney.gr