Εν αναμονή της αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ, οι αποδόσεις σε ολόκληρη την ευρωζώνη έχουν αυξηθεί σημαντικά, επαναφέροντας το θέμα της βιωσιμότητας του χρέους της Νότιας Ευρώπης στο επίκεντρο της αγοράς, όπως σημειώνει η Goldman Sachs σε σημερινή της έκθεση.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει, ακόμα κι αν οι πραγματικές προοπτικές ανάπτυξης για τη Νότια Ευρώπη παραμένουν ευάλωτες λόγω της ενεργειακής κρίσης και του πολέμου στην Ουκρανία, το βραχυπρόθεσμο “μαξιλάρι” που παρέχεται από την αυξημένη ονομαστική ανάπτυξη, την επίμονη ευρωπαϊκή δημοσιονομική στήριξη (Ταμείο Ανάκαμψης και, πιο πρόσφατα, το REPowerEU) και η σταδιακή ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής παρέχουν στην περιοχή επιπλέον χρόνο για να αντιμετωπίσει τις διαρθρωτικές της αδυναμίες.
Επιπλέον, η σχετικά μακροπρόθεσμη μέση διάρκεια λήξης του δημόσιου χρέους (από 7 έτη στην Ιταλία έως 21 έτη στην Ελλάδα) θα συμβάλει στην εξομάλυνση του βραχυπρόθεσμου αντίκτυπου της αύξησης των αποδόσεων στο κόστος του χρέους.
Ωστόσο, όπως προειδοποιεί η Goldman Sachs, υπάρχουν ασύμμετροι κίνδυνοι και οι επενδυτές, μπορεί να προσπαθήσουν να “τεστάρουν” πόσο εκτεθειμένη μπορεί να είναι η περιοχή λόγω της αυξανόμενης πίεσης των αποδόσεων στα διαρθρωτικά της τρωτά σημεία, ειδικά στην Ιταλία. Για να αναλύσει αυτήν την έκθεση η αμερικάνικη τράπεζα επικαιροποιεί τις εκτιμήσεις της για τα “ανώτατα όρια απόδοσης” – το επίπεδο των αποδόσεων των ομολόγων πάνω από το οποίο οι δείκτες χρέους προς ΑΕΠ είναι πιθανό να ακολουθήσουν μια ανοδική πορεία χωρίς σημαντικές αλλαγές πολιτικής.
Όπως καταλήγει, η σχετικά μακροπρόθεσμη μέση ληκτότητα του δημόσιου χρέους στη Νότια Ευρώπη (από 7 χρόνια στην Ιταλία έως 21 χρόνια στην Ελλάδα) θα συμβάλει στην αντιστάθμιση του βραχυπρόθεσμου αντίκτυπου της αύξησης των αποδόσεων στο κόστος του χρέους, με την ανάλυση βιωσιμότητας χρέους της G.S. να υπογραμμίζει ότι οι περισσότερες χώρες στη Νότια Ευρώπη εξακολουθούν να είναι άνετα κάτω από τα επίπεδα απόδοσης που πιθανότατα θα ασκούσαν εκ νέου ανοδική πίεση στους δείκτες χρέους.
Η Ιταλία αποτελεί τη σχετική εξαίρεση με την τρέχουσα τιμολόγηση του δημόσιου χρέους να πλησιάζει ήδη το εκτιμώμενο ανώτατο όριο απόδοσης (2,75% για την απόδοση των 7ετών ομολόγων). Για την Ισπανία το ανώτατο όριο απόδοσης τοποθετείται στο 5,5%, για την Πορτογαλία στο 5,25% και για την Ελλάδα στο 6%.
Οι εκλογές και ο κίνδυνος
Δεδομένου ότι το timing είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε ό,τι αφορά τις αλλαγές της νομισματικής πολιτικής όπως αυτές που πρόκειται να βιώσει η Ευρωζώνη, η Goldman εκτιμά ότι υπάρχει πιθανότητα γεγονότων κινδύνου στη Νότια Ευρώπη καθώς οι εκλογές του 2023 πλησιάζουν. Μετά τις γενικές εκλογές στην Πορτογαλία νωρίτερα φέτος, το 2023 θα είναι πιθανότατα η χρονιά των εκλογών για τη Νότια Ευρώπη, δηλαδή στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία. Σε αυτές τις εκλογές υπάρχει, όπως επισημαίνει, ο κίνδυνος ασυνέχειας της πολιτικής, ο οποίος είναι ιδιαίτερα σημαντικός στην περιφέρεια, καθώς η περιοχή είναι ο κύριος αποδέκτης του Ταμείου Ανάκαμψης. Λόγω της εστίασης του Ταμείου στις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις, απαιτείται ισχυρός βαθμός συνέπειας πολιτικής με την πάροδο του χρόνου.
Ενώ η Ελλάδα είναι η πιο πιθανό να διατηρήσει τη συνέχιση της πολιτικής, δεδομένων των υψηλότερων πιθανοτήτων να παραμείνει στη θέση της η σημερινή κυβέρνηση και της δέσμευσής της στο Ταμείο Ανάκαμψης, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μεγαλύτερη αβεβαιότητα στην Ιταλία και την Ισπανία. Ωστόσο, λόγω της διαφορετικής στάσης απέναντι στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στα δύο πολιτικά τοπία, η Ιταλία παραμένει η χώρα που κινδυνεύει περισσότερο από πολιτική αναταραχή και η προοπτική των επερχόμενων εκλογών θα μπορούσε κάλλιστα να καταλήξει να είναι καταλύτης για ανανεωμένες ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους.
Πηγή: capital.gr