Σήμερα, 40 χρόνια μετά, τα private equities διαχειρίζονται πάνω από 10 τρισ. δολάρια και αποτελούν «στηρίγματα» επιχειρηματικότητας.
Η πρώτη εμφάνιση των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων στην Ευρώπη έγινε τη δεκαετία του 1940. Όμως σημαντικές επενδύσεις δεν έγιναν μέχρι το 1980. Η άνθηση του κλάδου σε αυτή τη δεκαετία ήταν προσωρινή και ακολούθησε πτώση μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990.
Η μεγάλη διαφοροποίηση των αγορών και των πολιτισμών της Ευρώπης δεν βοηθούν στην ραγδαία ανάπτυξη των επενδύσεων σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια. Όμως η σύγχρονη και σταδιακή συνένωση των αγορών, καθώς και η διάθεση που υπάρχει για τέτοιες επενδύσεις από τις ευρωπαϊκές εταιρίες, τείνουν να το αναιρέσουν αυτό.
Με τις συνθήκες (υψηλό εργατικό κόστος, κρίση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις) που επικρατούν σήμερα στην Ευρώπη οι επενδύσεις σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια αντιμετωπίζονται κυρίως σαν μακροχρόνιες επενδύσεις και απαιτούν μεγάλη ελαστικότητα από τους επενδυτές και τις επιχειρήσεις
Ο θεσμός των Private Equities (ιδιωτικών τοποθετήσεων θα μπορούσαμε να το πούμε σε ελεύθερη μετάφραση) με τη σημερινή τους μορφή ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’70 στην Αμερική και αναπτύχθηκε σταδιακά την δεκαετία του ’80 ως πειραματικά επενδυτικά προϊόντα για πολύ «γερά πορτοφόλια». Σήμερα, 40 χρόνια μετά, τα private equities διαχειρίζονται πάνω από 10 τρισ. δολάρια και αποτελούν «στηρίγματα» επιχειρηματικότητας.
Τα private equities είναι που χρηματοδοτούν και αναπτύσσουν τα start ups, τα private equities θα εκτινάξουν επιχειρήσεις με προοπτικές, τα private equities θα προσφέρουν καλύτερες αποδόσεις ιδίων κεφαλαίων (ROE) στους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς που πλέον δεν αρκούνται στα μηδενικά επιτόκια.
Η εργασία που κάνει ένα σωστά δομημένο private equity είναι να ανακαλύπτει μη εισηγμένες στα χρηματιστήρια εταιρείες που έχουν προοπτικές ή -μερικές φορές- θεωρούνται πτωχευμένες και να εκτοξεύουν τις πρώτες σε μέγεθος (εταιρείες με προοπτικές) και να δίνουν κέρδη και ελπίδες στις δεύτερες. Οι περισσότεροι θα έχετε δει την ταινία Pretty Woman, όταν ο Ριτσαρντ Γκηρ ως διαχειριστής κεφαλαίων ενός private equity αναλαμβάνει να σώσει διαλύοντας μία επιχείρηση που έχει προβλήματα. Αυτή η κατηγορία των private equities λέγονται distress funds και έχουν ως στόχο να κερδίζουν «σώζοντας» ή «σκοτώνοντας» προβληματικές επιχειρήσεις. Αλλά αυτοί είναι οι «κακοί» της υπόθεσης.
Start ups και «υποτονικές» επιχειρήσεις
Πάμε στους «καλούς» των private equities που είναι αυτοί που εντοπίζουν start ups (νεοφυείς επιχειρήσεις) εκτιμώντας τις καλές ιδέες και τα χρηματοδοτούν ανάλογα με την πορεία των projects Όταν το start up μεταμορφωθεί σε μία κανονική μεγάλη και υγιή επιχείρηση, η απόδοση της επένδυσης του private equity ξεπερνά το 60% – 70%. Μετά μπορεί να πουλήσει τη συμμετοχή του και να αποχωρήσει αναζητώντας νέες ευκαιρίες.
Στην δεύτερη περίπτωση που τα private equities εντοπίσουν μία ήδη ώριμη επιχείρηση, που όμως δεν έχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, αναζητούν να τοποθετηθούν στο μετοχικό κεφάλαιο για να αυξήσουν την δυναμική της. Δημιουργούν νέα business plans αυξάνοντας τη χρηματοδότηση τους με στόχο να υπάρχει απόδοση ιδίων κεφαλαίων μέσα σε δύο χρόνια που θα ξεπερνά το 20%. Μία τέτοια απόδοση ουσιαστικά είναι και η απόδοση του private equity. Σε περίπτωση που η επένδυση δεν αποδώσει, τότε τα private equities αναζητούν άλλες επιλογές όπως διάλυση σε κομμάτια και πώληση τμημάτων της επιχείρησης, ή συγχώνευση της επιχείρησης ή και πώληση της επιχείρησης.
Οι ασφαλιστικές προσεγγίζουν τα private equities για αναζήτηση αποδόσεων
Στο σημερινό περιβάλλον των μηδενικών (ή και αρνητικών επιτοκίων) οι ασφαλιστικές εταιρείες σε Ευρώπη και Αμερική έχουν μεγάλα προβλήματα.
Ουσιαστικά όσες έχουν συνταξιοδοτικά προϊόντα καλούνται να αναιρέσουν την επενδυτική τους πολιτική που τους έδινε με συντηρητικές τοποθετήσεις αποδόσεις μέχρι 5%. Σήμερα με μηδενικά επιτόκια στα κρατικά χρεόγραφα, οι αποδόσεις 5% αποτελούν μία χαμένη υπόθεση.
Χρειάζεται αλλαγή πολιτικής και υιοθέτηση επενδύσεων που θα αποφέρουν υψηλότερες αποδόσεις χωρίς να αυξάνουν το ρίσκο της επένδυσης γιατί εκεί υπάρχει ο κίνδυνος αγοράς (market risk). Για παράδειγμα, δεν μπορεί μία ασφαλιστική που συνήθιζε να επενδύει κατά 70% σε κρατικά ομόλογα υψηλής διαβάθμισης να στραφεί τώρα σε μετοχές. Αφενός απαγορεύεται από τις εποπτικές αρχές, αφετέρου θα χρειαστεί να διπλασιάσει (τουλάχιστον) τα ίδια κεφάλαιά της για να καλύψει τους δείκτες φερεγγυότητας ( solvency II ratios) πράγμα πολύ δύσκολο.
Έτσι δημιουργεί κάποια θυγατρική private equity την οποία την διαχωρίζει (για τους παραπάνω λόγους) από το ασφαλιστικό κομμάτι. Η θυγατρική private equity, επενδύει σε άλλες επιχειρήσεις με στόχο την μεγιστοποίηση της απόδοσης και μέρος αυτής αποδίδει και στον μητρικό όμιλο. Ανάμεσα στις μεγαλύτερες εταιρείες private equities που ανήκουν σε ασφαλιστικούς κολοσσούς είναι η AXA Private Equities, η AIG και η Allianz.
Πηγή: epixeiro.gr