Το παρασκήνιο πίσω από το στρατηγικό deal της Sani/Ikos με το GIC της Σιγκαπούρης (pics)

Ένα deal που χαρακτηρίζεται από την αγορά ως το μεγαλύτερο πανευρωπαϊκά στον ξενοδοχειακό κλάδο από το ξέσπασμα της πανδημίας δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στον ελληνικό τουρισμό και τις προοπτικές του, ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με τον τουρισμό 5 αστέρων, και επιβεβαιώνει το ισχυρό αποτύπωμα ενός ομίλου με ελληνικό DNA που μεγάλωσε από το 2015 μέχρι σήμερα εντός κι εκτός της χώρας, εν μέσω διαδοχικών κρίσεων.

Ο λόγος για τη συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας που ανακοινώθηκε την περασμένη Πέμπτη, στο πλαίσιο της οποίας το διεθνές επενδυτικό ταμείο της Σιγκαπούρης GIC γίνεται βασικός μέτοχος και αποκτά πλειοψηφικό ποσοστό στον όμιλο Sani/Ikosη συνολική αξία του οποίου, με 10 και πλέον ιδιόκτητα ξενοδοχειακά resorts 2.750 δωματίων σε Ελλάδα, Ισπανία κι έπεται σύντομα η Πορτογαλία, αποτιμάται στα 2,3 δισ. ευρώ. Τα επενδυτικά κεφάλαια των Oaktree Capital Management L.P. καθώς και οι Goldman Sachs Asset Management, Moonstone, Florac και Hermes GPE, έχοντας στηρίξει την επέκταση της Sani/Ikos από το 2015 (οπότε και ιδρύθηκε το νέο σχήμα) μέχρι σήμερα, μεταβιβάζουν το μερίδιό τους στην GIC, ενώ παραμένουν βασικοί μέτοχοι οι ιδρυτές Σταύρος Ανδρεάδης, Ανδρέας Ανδρεάδης και Ματιέ Γκιγμέν. Τη διοίκηση του ομίλου Sani/Ikos θα συνεχίσουν να ασκούν, ως διευθύνοντες σύμβουλοι και Co-Managing Partners, ο Ανδρέας Ανδρεάδης και ο Ματιέ Γκιγμέν. Ο Σταύρος Ανδρεάδης γίνεται επίτιμος πρόεδρος του ομίλου, παραμένοντας ως επενδυτής και επιπλέον δίνοντας με τη σειρά του ψήφο εμπιστοσύνης στην ομάδα διοίκησης που έχει τρέξει την ανάπτυξη του ομίλου μέχρι σήμερα και συνεχίζει τώρα υπό το νέο μετοχικό σχήμα με ένα φιλόδοξο πλάνο επενδύσεων στην επόμενη πενταετία ύψους 900 εκατ. ευρώ.

Οι ιδρυτές του ομίλου Sani/Ikos, Ανδρέας Ανδρεάδης, Σταύρος Ανδρεάδης και Ματιέ Γκιγμέν, παραμένουν βασικοί μέτοχοι. Τη διοίκηση θα συνεχίσουν να ασκούν, ως διευθύνοντες σύμβουλοι και Co-Managing Partners, ο Ανδρέας Ανδρεάδης και ο Ματιέ Γκιγμέν, ενώ ο Σταύρος Ανδρεάδης γίνεται επίτιμος πρόεδρος του ομίλου

Η συμφωνία που κυοφορούνταν εδώ και καιρό, πέραν του αναπτυξιακού χαρακτήρα για τον ίδιο τον όμιλο, έχει κι άλλη μία πολύ σημαντική πτυχή, όπως ανέφεραν στο «business stories» κορυφαία στελέχη από τον χώρο των συμβούλων: το γεγονός ότι η ελληνική αγορά συγκεντρώνει πλέον το ενδιαφέρον διεθνών, θεσμικών κεφαλαίων με μακροπρόθεσμο επενδυτικό ορίζοντα όπως είναι η GIC. Το επενδυτικό ταμείο της Σιγκαπούρης, το οποίο ιδρύθηκε το 1981, διαθέτει, όπως αναφέρει επισήμως, «ένα διαφοροποιημένο, ισχυρό χαρτοφυλάκιο με στόχο να εξασφαλίζει το οικονομικό μέλλον της Σιγκαπούρης», έχει επενδύσεις σήμερα σε περισσότερες από 40 χώρες και περιουσιακά στοιχεία υπό διαχείριση κάποιων εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων (τα οποία, αν και δεν δημοσιεύονται επισήμως, σύμφωνα με ανεξάρτητες εταιρείες συμβούλων που επικαλείται το πρακτορείο Bloomberg, υπολογίζονται μεταξύ 690 και 799 δισ. δολαρίων). Όντας η διαχειρίστρια εταιρεία των συναλλαγματικών διαθεσίμων της Σιγκαπούρης, η GIC, που διαθέτει σήμερα 11 διεθνή γραφεία και 1.900 εργαζομένους διεθνώς, έχει υιοθετήσει «μια μακροπρόθεσμη επενδυτική στρατηγική και το χαρτοφυλάκιό της περιλαμβάνει διαφορετικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων και ενεργητικών επενδύσεων σε όλο τον κόσμο, όπως μετοχές, τίτλους σταθερού εισοδήματος, ακίνητα, ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, επιχειρηματικά κεφάλαια και υποδομές». Σε αυτή τη συγκυρία, η GIC επικεντρώνει την επενδυτική της στρατηγική σε επιχειρηματικές δραστηριότητες που προστατεύονται από τις πληθωριστικές επιπτώσεις και μπορούν να μετακυλίσουν αυξήσεις κόστους στους πελάτες.

Ειδικά σε σχέση με το deal με τη Sani/Ikos, όπου η Morgan Stanley ενήργησε ως οικονομικός σύμβουλος, o κ. Λι Κοκ Σουν, επικεφαλής τομέα επενδύσεων του κλάδου real estate της GIC, δηλώνει: «Είμαστε βέβαιοι ότι η επένδυση αυτή θα φέρει σημαντικές αποδόσεις και θα επιβεβαιώσει την πίστη μας στον τουρισμό της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα». Και η κυρία Τρέισι Στρο, επικεφαλής τομέα Ευρώπης στο real estate της GIC, αναφέρει αντίστοιχα: «Λόγω των ισχυρών εμπορικών σημάτων του, πιστεύουμε πως ο όμιλος Sani/Ikos είναι σε θέση να επωφεληθεί από την ανάπτυξη του τουρισμού πολυτελείας στην περιοχή της Μεσογείου στην Ευρώπη».

Νέα προοπτική

Η συμφωνία με τον όμιλο Sani/Ikos έρχεται να δώσει νέα προοπτική, καταρχάς σε ένα γενικότερο πλαίσιο για την ελληνική αγορά και την τουριστική βιομηχανία, αλλά και σε ένα πιο ειδικό πλαίσιο για την ίδια τη Sani/Ikos. H GIC λαμβάνει το μερίδιο στον όμιλο των έτερων, ξένων επενδυτικών κεφαλαίων που είχαν τοποθετηθεί εν έτει 2015, σε μια οικονομική συγκυρία για την Ελλάδα που λίγοι θέλουν να θυμούνται. Η αποχώρηση των Oaktree, Goldman Sachs, Moonstone, Florac και Hermes ήταν προγραμματισμένη με βάση τον επενδυτικό ορίζοντα των εν λόγω κεφαλαίων και μάλιστα καθυστέρησε λόγω COVID- 19. Μάλιστα, στη συνέντευξη που είχε δώσει η διοικητική ομάδα της Sani/Ikos, αποκλειστικά στο «b.s.» στο ξεκίνημα της φετινής θερινής σεζόν, είχαν προαναγγελθεί οι εξελίξεις ως απάντηση στα σενάρια περί πιθανής αλλαγής στο μετοχικό σχήμα του ομίλου: «Με το δεδομένο ότι η μετοχική σύνθεση του ομίλου περιλαμβάνει και διεθνή θεσμικά κεφάλαια, πράγματι, η στρατηγική ορισμένων προβλέπει τη ρευστοποίηση σε ορίζοντα 4-6 ετών».

Το 2015, η Σάνη Α.Ε., με ιστορία από τη δεκαετία του ’70 όταν άνοιξε το 1971 από τον Αναστάσιο Ανδρεάδη, η πρώτη ξενοδοχειακή μονάδα στη Χαλκιδική ήταν, εν μέσω δημοσιονομικής κρίσης, το πρώτο μεγάλο εγχώριο ξενοδοχειακό όνομα που πέρασε από το αμιγώς οικογενειακό μοντέλο στη δημιουργία του πρώτου «διεθνούς ομίλου με ελληνικό DNA», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, ταξιδεύοντας πλέον με το πολυβραβευμένο brand Ikos Resorts εκτός Ελλάδας, στην Ισπανία και πρόσφατα στην Πορτογαλία, με νέες μεγάλες επενδύσεις. Ο όμιλος αναπτύχθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια, λειτουργώντας δέκα ιδιόκτητα ξενοδοχειακά συγκροτήματα στην Ελλάδα, σε δημοφιλείς προορισμούς όπως η Χαλκιδική, η Κέρκυρα και η Κως, καθώς και στην Ισπανία, ενώ πλέον έχουν μπει στο κάδρο η Κρήτη και η Πορτογαλία. Πέραν των 10 resorts σε Ελλάδα και Ισπανία, ο όμιλος έχει ήδη δρομολογήσει τέσσερα νέα επενδυτικά έργα (1.578 δωμάτια) για την επέκταση τoυ brand Ikos στην Ελλάδα (Κέρκυρα, Κρήτη), στην Ισπανία (Μαγιόρκα) και την Πορτογαλία (Αλγκάβρε), που προγραμματίζεται να λειτουργήσουν από το 2023 έως το 2025. Στόχος του είναι η επέκταση των Sani & Ikos Resorts και σε άλλες υψηλού προφίλ τοποθεσίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό και μάλιστα, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες, εκτός της γεωγραφικής περιοχής της Μεσογείου.

Το «Sani Resort» στη Χαλκιδική

Επενδύσεις 900 εκατ. ευρώ

Τα νούμερα είναι ενδεικτικά: από το 2015 μέχρι σήμερα για την ανάπτυξη του ομίλου υπολογίζεται ότι έχουν δοθεί κεφάλαια περί τα 700 εκατ. ευρώ, ενώ το επενδυτικό πρόγραμμα σε ορίζοντα πενταετίας και με τη στήριξη της GIC ανέρχεται σε 900 εκατ. ευρώ, τόσο για νέα ξενοδοχεία -πέραν των τεσσάρων νέων επενδύσεων που έχουν δρομολογηθεί- όσο και για αναβαθμίσεις υφιστάμενων. Από το 2015 έχουν ενταχθεί στο δυναμικό του ομίλου πάνω από 3.600 εργαζόμενοι και με το νέο επενδυτικό πλάνο θα ενταχθούν 2.900 επιπλέον σε Ελλάδα και Ισπανία. Σημειωτέον ότι φέτος, στην αιχμή της σεζόν, ο αριθμός των εργαζομένων στα ξενοδοχεία του ομίλου έφτασε τα 5.500 άτομα. «Τα τελευταία χρόνια, ο όμιλος Sani/Ikos έχει καταγράψει μια πορεία με σημαντικές επενδύσεις, διεθνή ανάπτυξη και ισχυρές οικονομικές επιδόσεις. Και το κατάφερε παρά την πανδημική κρίση, χάρη στην υποστήριξη των μετόχων του, που ήταν εξαιρετικοί συνεργάτες, με τη δύναμη της διοικητικής ομάδας και των εργαζομένων του, των οποίων η αφοσίωση και το ταλέντο είναι απαράμιλλα», δηλώνουν τώρα με αφορμή και το deal με την GIC οι CEOs του ομίλου Sani/Ikos Ανδρέας Ανδρεάδης και Ματιέ Γκιγμέν.

Aπό το 2015 μέχρι σήμερα, τα έσοδα του ομίλου έχουν υπερτριπλασιαστεί από τα 88 εκατ. ευρώ στα 319 εκατ. ευρώ για τη φετινή χρονιά. Οι κρατήσεις στα 10 resorts του ομίλου σε Ελλάδα και Ισπανία φέτος το καλοκαίρι σημείωσαν αύξηση κατά 52% σε σύγκριση με πέρυσι και 57% σε σύγκριση με τα προ πανδημίας επίπεδα – αν και στη φετινή αύξηση περιλαμβάνονται και τα νούμερα του «Ikos Αndalusia» που δεν ήταν στο χαρτοφυλάκιο του ομίλου το 2019. Αν και πολύ πρόωρο, οι κρατήσεις για την τουριστική σεζόν του 2023 κινούνται παραπάνω από ικανοποιητικά, ενώ αναμένεται να προστεθούν και τα νέα resorts του ομίλου, όλα με πράσινα χαρακτηριστικά, δεδομένου ότι ο όμιλος εστιάζει το τελευταίο διάστημα πολύ στο κομμάτι της αειφορίας, κάτι που άλλωστε ήταν ένα ακόμη επενδυτικό κριτήριο επιλογής από πλευράς της GIC.

Tώρα, οι νέες προγραμματισμένες επενδύσεις των 900 εκατ. ευρώ αφορούν καταρχάς την επέκταση του εμπορικού σήματος Ikos στην Ελλάδα, αλλά και στην Ιβηρική. Ειδικότερα, στη δυτική Κρήτη έρχεται το 2025 το νέο «Ikos Kissamos» με 414 δωμάτια, σουίτες και βίλες σε πάνω από 200 στρέμματα και 600 μέτρα παραλιακού μετώπου. Στην Κέρκυρα, νωρίτερα, το 2023 θα λειτουργήσει το νέο «Ikos Odisia» με 390 δωμάτια και σουίτες. Η αλυσίδα Ikos επεκτείνεται και στην Ιβηρική χερσόνησο: στη Μαγιόρκα το «Ikos Porto Petro» θα έχει 319 δωμάτια και σουίτες από το 2023 και στο Αλγκάρβε της Πορτογαλίας, το «Ikos Cortesia» 438 δωμάτια και σουίτες, με προοπτική να λειτουργήσει το 2025.

Στις νέες επενδύσεις περιλαμβάνονται επίσης ανακαινίσεις και αναβαθμίσεις των υφιστάμενων resorts στην Ελλάδα και την Ισπανία, όπως -ενδεικτικά- στο «Ikos Andalusia», στη Μαρμπέγια όπου προστίθενται 17 νέες σουίτες και βίλες μέχρι το 2024, πισίνες, εστιατόρια κ.ά.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και το νέο concept της Ikos, το «Ikos Villas», που θα λειτουργήσει από το 2024. Πρόκειται ουσιαστικά για all-inclusive βίλες 5 αστέρων για οικογένειες κ.λπ. στην Ελλάδα και την Ισπανία.

Πέραν των επενδύσεων αυτών που έχουν ήδη δρομολογηθεί, οι νέες θα περιλαμβάνουν σίγουρα και πολυτελή θέρετρα σε νέους παραθαλάσσιους προορισμούς στην Ελλάδα και την Ανατολική Μεσόγειο.

Πηγή: newmoney.gr
Exit mobile version