Νέους κανόνες για τη βελτίωση της διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας σε σχέση με το εμπόριο στις ψηφιακές πλατφόρμες υιοθέτησε το Συμβούλιο Υπουργών της Ε.Ε.
Πρόκειται για τροποποίηση της ισχύουσας κοινοτικής οδηγίας, η οποία κρίθηκε αναγκαία, γιατί ενώ αυξάνεται συνεχώς ο αριθμός προσώπων και επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν ψηφιακές πλατφόρμες για να πωλούν εμπορεύματα ή να παρέχουν υπηρεσίες, τα εισοδήματα που εισπράττονται μένουν συχνά αδήλωτα. Το φαινόμενο είναι πιο έντονο όταν οι ψηφιακές πλατφόρμες λειτουργούν ταυτόχρονα σε πολλές χώρες.
Το αποτέλεσμα είναι τα κράτη-μέλη να χάνουν φορολογικά έσοδα, ενώ παρέχεται ένα αθέμιτο πλεονέκτημα στους πωλητές των ψηφιακών πλατφορμών έναντι των παραδοσιακών επιχειρήσεων.
Οι τροποποιήσεις στην οδηγία για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας στοχεύουν στην αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος. Προβλέπουν την υποχρέωση των φορέων εκμετάλλευσης ψηφιακών πλατφορμών να δηλώνουν το εισόδημα που αποκόμισαν οι πωλητές των πλατφορμών τους και την υποχρέωση των κρατών-μελών να ανταλλάσσουν αυτόματα τις σχετικές πληροφορίες.
Οι νέοι κανόνες καλύπτουν τις ψηφιακές πλατφόρμες που βρίσκονται εντός και εκτός της Ε.Ε. και θα ισχύσουν από 1ης Ιανουαρίου 2023 και εξής. Θα επιτρέπουν στις εθνικές φορολογικές αρχές να εντοπίζουν τα εισοδήματα που εισπράττονται μέσω ψηφιακών πλατφορμών και να καθορίζουν τις σχετικές φορολογικές υποχρεώσεις. Η συμμόρφωση θα καταστεί επίσης ευκολότερη για τους φορείς εκμετάλλευσης των ψηφιακών πλατφορμών, καθώς η δήλωση θα πραγματοποιείται μόνο σε ένα κράτος-μέλος σύμφωνα με ένα κοινό πλαίσιο της Ε.Ε.
Ανταλλαγή πληροφοριών
Άλλες τροποποιήσεις της οδηγίας για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα της φορολογίας αναμένεται να βελτιώσουν την ανταλλαγή πληροφοριών και τη συνεργασία μεταξύ των φορολογικών αρχών των κρατών-μελών. Για παράδειγμα, θα διευκολυνθεί η απόκτηση πληροφοριών σχετικά με ομάδες φορολογουμένων. Θα βελτιωθούν επίσης οι κανόνες για τη διενέργεια ταυτόχρονων ελέγχων και για να καταστεί δυνατό για τους υπαλλήλους να παρίστανται σε άλλο κράτος-μέλος κατά τη διάρκεια μιας έρευνας.
Επιπλέον, οι νέοι κανόνες παρέχουν ένα πλαίσιο για τη διενέργεια κοινών ελέγχων από τις αρμόδιες αρχές δύο ή περισσότερων κρατών-μελών. Το πλαίσιο αυτό θα τεθεί σε λειτουργία σε όλα τα κράτη-μέλη το αργότερο από το 2024.
Σύμφωνα με την πορτογαλική Προεδρία, οι νέοι κανόνες της Ε.Ε. είναι σημαντικοί, γιατί θα βοηθήσουν να εξασφαλιστεί ότι οι πωλητές που δραστηριοποιούνται στις ψηφιακές πλατφόρμες πληρώνουν και τους φόρους που τους αναλογούν. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη εξέλιξη σε μια περίοδο που όλο και περισσότερες πωλήσεις πραγματοποιούνται διαδικτυακά, λόγω της πανδημίας, καταλήγει η σχετική ανακοίνωση.
Ψηφιακή εισφορά και φορολογία
Εν τω μεταξύ, οι φορολογικές προκλήσεις που απορρέουν από την ψηφιοποίηση της οικονομίας συζητήθηκαν στη συνεδρίαση του Συμβουλίου και στο πλαίσιο της προετοιμασίας της συνάντησης των Ευρωπαίων ηγετών, οι οποίοι θα ασχοληθούν με το θέμα.
Αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε εξέλιξη δύο ξεχωριστές διαδικασίες. Η πρώτη αφορά την εισαγωγή ενός νέου κοινοτικού φόρου, της λεγόμενης ψηφιακής εισφοράς, η οποία θα τροφοδοτήσει τον κοινοτικό προϋπολογισμό. Η δεύτερη αφορά τις διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ για την επίτευξη παγκόσμιας συμφωνίας σε σχέση με φορολογία του ψηφιακού τομέα. Αναφορικά με την ψηφιακή εισφορά, η Κομισιόν βρίσκεται στο τελικό στάδιο επεξεργασίας της τελικής πρότασης, την οποία θα υποβάλει στο Συμβούλιο μέσα στο α’ 6μηνο του 2021, ενώ στόχος είναι η θέσπιση του πόρου από την 1η/1/2023.
Σχετικά με τις διαπραγματεύσεις στον ΟΟΣΑ, η διαδικασία αποτελείται από δύο πυλώνες: ο πρώτος επικεντρώνεται στη διασύνδεση και την κατανομή ανά χώρα δραστηριότητας των κερδών των μεγάλων πολυεθνικών του ψηφιακού τομέα και ο δεύτερος στην επιβολή ενός ελάχιστου ψηφιακού φόρου. Το τελευταίο διάστημα διαπιστώνεται μια σημαντική πρόοδος στις διαπραγματεύσεις στον ΟΟΣΑ και για τον λόγο αυτό άλλωστε αποφασίστηκε και η παράτασή τους μέχρι τα μέσα του έτους. Εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία στο πλαίσιο του διεθνούς οργανισμού, οι υπουργοί επανέλαβαν τη θέση τους να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα με νομοθεσία εντός της Ε.Ε.